spacer.png, 0 kB
 cityofilioupolis.gr

Τελευταία Νέα


spacer.png, 0 kB
spacer.png, 0 kB

Αρχική arrow Ειδήσεις arrow Τελευταία arrow Σχέδιο του Προεδρικού Διατάγματος για τον Υμηττό
Σχέδιο του Προεδρικού Διατάγματος για τον Υμηττό PDF Εκτύπωση E-mail
  
20.02.09

ymittosΟ Οργανισμός Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας απέστειλε για διαβούλευση στους εμπλεκόμενους Δήμους το σχέδιο-πρόταση για την τροποποίηση του ισχύοντος Προεδρικού διατάγματος περί καθορισμού ζωνών ρυθμίσεως και προστασίας της περιοχής του όρους Υμηττού (ΦΕΚ 544/Δ/1978). Ακολουθούν το κείμενο του σχεδίου και ο χάρτης με τις προτάσεις του Οργανισμού.

 

 

Αθήνα   17.12.2008

 

 

 

 

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ:

26η

 

 

 

 

ΑΡ. ΠΡΑΞΗΣ:

1

ΕΙΣΗΓΗΣΗ

 ΠΡΟΣ:

την Εκτελεστική Επιτροπή του Οργανισμού Αθήνας

 

 

 ΘΕΜΑ:

Τροποποίηση του από 31.8.78 Π.Δ. περί καθορισμού ζωνών ρυθμίσεως και προστασίας της περιοχής του όρους Υμηττού (ΦΕΚ 544Δ) όπως τροποποιήθηκε και ισχύει

Α. Ιστορικό
  • 1. Με το από 31.8.78 Π.Δ. περί καθορισμού ζωνών ρυθμίσεως και προστασίας της περιοχής του όρους Υμηττού (ΦΕΚ 544 Δ), καθορίστηκαν δύο ζώνες προστασίας, με περιορισμούς στην χρήση και την δόμηση. Πιο συγκεκριμένα, η πλέον ορεινή ζώνη Α, καθορίστηκε ως χώρος αναψυχής και περιπάτου, ενώ περιφερειακά σε αυτήν η ζώνη Β, καθορίστηκε για εγκατάσταση μόνο κοινωφελών και κοινόχρηστων λειτουργιών.

Το Δ/γμα αυτό τροποποιήθηκε με το από 17.3.81 Π.Δ. (ΦΕΚ 167 Δ), με το οποίο προστέθηκαν διατάξεις που δίνουν την  δυνατότητα προσθήκης ή επέκτασης στις υφιστάμενες μονές υπό προϋποθέσεις.

  • 2. Μετά πάροδο σχεδόν δύο δεκαετιών εφαρμογής αυτού, η Υπηρεσία συγκέντρωσε υπομνήματα φορέων, συλλόγων και πολιτών, καταγράφοντας τα προβλήματα και συνέταξε πρόταση τροποποίησης του Π. Δ/τος. Το εν λόγω σχέδιο Π.Δ. εγκρίθηκε με την από 16.3.95 απόφαση της 49ης Συνεδρίασης της Εκτελεστικής Επιτροπής του Οργανισμού Αθήνας. Η πρόταση αφορούσε ουσιαστικά, σε προσθήκη ορισμένων επιπλέον κοινωφελών χρήσεων στην Β ζώνη προστασίας, εξαίρεση περιοχών από το όριο προστασίας και παράλληλα επέκταση των ορίων του ορεινού όγκου στις νότιες λοφοσειρές που αποτελούν απόληξή του προς την θάλασσα. Μετά την επεξεργασία του εν λόγω σχεδίου από το Ε Τμήμα του ΣτΕ, εκδόθηκε το με αρ. 67/1998 Πρακτικό αυτού, το οποίο έκρινε πολλές από τις διατάξεις (απομείωσης των υφισταμένων ζωνών προστασίας του Υμηττού προς ένταξή τους στο σχέδιο πόλης, εγκατάστασης νεκροταφείων των όμορρων Δήμων εντός των ζωνών προστασίας, εγκατάστασης σταθμού μεταφόρτωσης απορριμμάτων) ότι είναι στο σύνολό τους μη νόμιμες και διαγραπτέες, καθότι «προεχόντως άγουν εις ανεπίτρεπτον κατά τα εν ηγουμένη σκέψη αναφερόμενα επί τα χείρω μεταβολήν του υφισταμένου καθεστώτος προστασίας του Υμηττού».

Κατόπιν τούτου η Εκτελεστική Επιτροπή ενέκρινε το συμμορφωμένο προς τις εν λόγω παρατηρήσεις σχέδιο τροποποίησης (απόφαση 27ης Συνεδρίασης/ 10.3.1999/ θέμα 2ο), το οποίο όμως τελικώς δεν προωθήθηκε προς θεσμοθέτηση, λόγω αδυναμίας του να επιλύσει τα διατυπωθέντα προβλήματα.

  • 3. Μετά την τριανταετή εφαρμογή του εν λόγω Π. Δ/τος, προκύπτει σήμερα ανάγκη αναβάθμισης της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος του ορεινού όγκου, μέσω ανάλογης μελέτης τροποποίησης των υφιστάμενων διατάξεων. Η πρόταση αυτή, θα ενσωματώσει και εξειδικεύσει το σχετικό μεταγενέστερο του 1978 θεσμικό πλαίσιο προστασίας του ορεινού όγκου και ιδίως τις κατευθύνσεις και το πρόγραμμα του Ν 1515/85 (Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας). Γενική αρχή είναι η αυστηρή προστασία των ελεύθερων χώρων και περιοχών πρασίνου του Υμηττού, η ανάσχεση των τάσεων δόμησης των περιοχών του και η δημιουργία των προϋποθέσεων απόδοσης του ορεινού χώρου στους κατοίκους της πρωτεύουσας για αναψυχή και περίπατο.

Επίσης προσδιορίζεται ο ειδικός χαρακτήρας του ορεινού όγκου (σε αντιστοιχία με τους άλλους ορεινούς όγκους της Αττικής), με στόχο να δοθεί έμφαση σε δραστηριότητες που τον αναδεικνύουν.

  • 4. Η παρέμβαση της Νομαρχίας Αν. Αττικής (αρ. πρωτ. 299/19.2.08 επιστολής Νομάρχη προς τον Υπουργό ΠΕΧΩΔΕ) που ζητά την αναστολή έκδοσης αδειών, αναφέρεται σε σοβαρά προβλήματα αλλά και αιτήματα φορέων, συλλόγων από την εφαρμογή του Π. Δ. προστασίας Υμηττού και αναμένειτις ενέργειες της Υπηρεσίας.

Με το σκεπτικό αυτό ο Οργανισμός Αθήνας ενέταξε στο πρόγραμμα του 2008, την μελέτη τροποποίησης του από 31.8.78 Π. Δ. προστασίας Υμηττού (ΦΕΚ 544 Δ), με κύριο στόχο την ενίσχυση της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος της περιοχής, στο πλαίσιο και σχετικών εξαγγελιών του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ.

Για τον σκοπό αυτό εκδόθηκε και η υπ. αριθμ. 15508/9. 4.08 (ΦΕΚ 153/22.4.08) Υπ. Απόφαση οκτάμηνης αναστολής χορήγησης οικοδομικών αδειών στην περιοχή ρυθμίσεως και προστασίας του ορεινού όγκου.

Η Υπηρεσία προκειμένου να επεξεργαστεί την σχετική μελέτη ζήτησε με έγγραφα πληροφορίες από συναρμόδιους φορείς, που αφορούν σε σχετικά προγράμματα και  στοιχεία για τον ορεινό όγκο, σε περιοχές ενδιαφέροντος τους.

Στο σχετικό αίτημα παροχής στοιχείων οι φορείς ανταποκριθήκαν πλημελέστατα. Ενδεικτικώς αναφέρεται ότι το ΥΠΠΟ με αφορμή το αίτημά μας, μας ενημέρωσε προφορικά ότι υπάρχουν σημαντικά  αντικείμενα προς μελέτη στην περιοχή και ζήτησε υποστηρικτικό υλικό από τον Οργανισμό Αθήνας, προκειμένου να μελετήσει και οριοθετήσει τους χώρους προστασίας. Η μελέτη του ΥΠΠΟ δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη. Η ομάδα μελέτης του Οργανισμού Αθήνας, θεωρεί σημαντική την ενημέρωση των αρμόδιων φορέων και ΟΤΑ. Για τον λόγο αυτό η παρούσα πρόταση που βασίζεται στα μέχρι σήμερα υπάρχοντα στοιχεία. Τυχόν συμπλήρωσή τους θα γίνει στα πλαίσια της διαβούλευσης.

Β. Ανάλυση

Β. 1. Όνομα και περιγραφή

Η ονομασία του βουνού πιθανόν έχει προελληνική προέλευση, όπως συμβαίνει με άλλα τοπωνύμια της Αττικής (Λυκαβηττός, Αρδηττός, Πάρνηθα, Κηφισός, Ιλισσός κλπ).

Κατά την διάρκεια των χρόνων της φραγκοκρατίας, το αρχικό «Monte Ιmetto» παρεφθάρη σε «Monte Matto», που σημαίνει «Τρελλό Βουνό». Από αυτή την αλλαγή προέρχονται οι ονομασίες Ντελί-Νταγ (Τρελοβούνι) και Τρελλός που επεκράτησαν στα νεότερα χρόνια.

Ο Ορεινός όγκος του Υμηττού υψώνεται στο ανατολικό τμήμα του νομού Αττικής σε απόσταση 7,5 χιλιομέτρων Α-ΝΑ της Αθήνας, ενώ χωρίζει το λεκανοπέδιο των Αθηνών από την πεδιάδα  των Μεσογείων.

Είναι συμπαγής, μεμονωμένος, ιδιαίτερα επιμήκης με γενική διεύθυνση Β-Ν και μέγιστο μήκος 20 χιλιόμετρα (βόρειος Υμηττός 12 χιλιόμετρα, νότιος Υμηττός  8  χιλιόμετρα), μέγιστο πλάτος 6 χιλιόμετρα και περίμετρο 65 περίπου χιλιόμετρα και έκταση 81.230 στρέμματα.

Από γεωμορφολογική άποψη είναι ένα απλό επίμηκες όρος με απότομες πλαγιές και χωρίζεται με το διάσελο Σταυρός (454 μ) σε δύο τμήματα, το βόρειο και το νότιο. Το βόρειο τμήμα, που στην αρχαιότητα ήταν γνωστό ως Μέγας Υμηττός (σημερινός Εύζωνας), είναι το μεγαλύτερο και υψηλότερο και έχει διεύθυνση από  Β-ΒΑ προς Ν-ΝΔ, ενώ το  νότιο τμήμα , που ονομαζόταν Ελάσσων ή Άνυδρος Υμηττός (κοινώς  Μαυροβούνι ή Ξηροβούνι με υψηλότερο σημείο την κορυφή «Κόντρα» υψόμετρου 774 μ) είναι πολύ χαμηλότερο,  κατάξερο και έχει διεύθυνση Β-Ν.

Οι κορυφές του Υμηττού είναι γενικά ομαλές και οι σημαντικότερες, εκτός της κορυφής Εύζωνας (1026 μ), είναι η Δασωμένη ή Κιάφα Ντρίζα (644), το Κορακοβούνι (728), το Μαυροβούνι (774), ο Προφήτης Ηλίας (600), το Στρώμα (708) και ο Στραβός  Αετός (627).

Η ανατολική πλευρά του βουνού, προς την πεδιάδα των Μεσογείων είναι αρκετά απότομη και διασχίζεται μόνο από δύο μεγάλα υδάτινα ρεύματα (Χιλιαδού και Ντούκα), τα οποία πηγάζουν από το διάσελο Σταυρός (Πιρναρικός λαιμός ή Επάνω Πιρναρή), μεταξύ Προφήτη Ηλία και Μαυροβουνίου. Αντίθετα στη δυτική πλευρά, προς το λεκανοπέδιο των Αθηνών, ο διαμελισμός είναι μεγαλύτερος και σχηματίζεται η βαθιά χαράδρα του Κακορέματος, και αρκετές μικρότερες ρεματιές, όπως είναι το ρέμα του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου (αρχ. Ιλισός), το ρέμα της Καισαριανής (αρχ. Ηριδανός), το ρέμα του Καρέα, η Σαρίνα, η Βαμβακιά, η Γκαλμπένη, η Πιρναρή, το ρέμα του Βαρελά και το Λυκόρεμα.

Κατά μήκος της κύριας κορυφογραμμής του υπάρχουν αρκετές δολίνες, γνωστές με την ονομασία Γούπατα, αλλά το σημαντικότερο φυσικό χαρακτηριστικό του Υμηττού είναι η ύπαρξη πολλών σπηλαίων και βαράθρων ως αποτέλεσμα της φύσης των πετρωμάτων του.

Β. 2. Γεωλογική αναφορά

Στον Υμηττό η διάταξη των πετρωμάτων του δεν είναι τυχαία αλλά ακολουθεί συγκεκριμένη κατανομή από τα μικρότερα προς τα μεγαλύτερα υψόμετρα και από βορρά προς νότο και πάντα σε σχέση με την ηλικία και τον τρόπο γένεσης τους. Οι σχιστόλιθοι (με το χαρακτηριστικό πράσινο χρώμα με φυλλώδη εμφάνιση) σχηματίζουν ευρεία ζώνη στα χαμηλότερα υψόμετρα του Βόρειου Υμηττού (από την περιοχή του Καρέα και της Καισαριανής - στα δυτικά, φτάνοντας μέχρι τη περιοχή της Παιανίας -στα ανατολικά).

 Οι κορυφές  Κορακοβούνι και Εύζωνας συγκροτούνται από παχύ στρώμα κατώτερου μαρμάρου, ενώ τα επιφανειακά στρώματα στις πλαγιές των υψωμάτων αυτών διαμορφώνονται  από τους νεώτερους ασβεστόλιθους, ιζηματογενούς προελεύσεως (λευκού χρώματος και ακανονίστου σχήματος). Στον Νότιο Υμηττό λόγω του χαμηλότερου υψόμετρου, η ζώνη του σχιστόλιθου επεκτείνεται στις περισσότερες θέσεις.

Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες απόψεις, η γεωλογική διάρθρωση της Αττικής μετά από πλήθος μεταβολών παρουσιάζεται πολύπλοκη.

Συγκεκριμένα απαντώνται οι ακόλουθες γεωτεκτονικές ενότητες:

α) Ενότητα Αττικής, β) Ενότητα Λαυρίου, γ) Ενότητα Ανατολικής Ελλάδας

Η πρώτη που απαντά στον Υμηττό αλλά και στο Πεντελικό και τη Λαυρεωτική και που είναι η κατώτερη τεκτονική ενότητα, πάνω στην οποία βρίσκονται επωθημένες οι άλλες δύο, αποτελείται από μεγάλη μάζα μαρμάρων και από σχιστόλιθους μέσα στους οποίους υπάρχουν μεταμορφωμένα πετρώματα. Η στρωματογραφική στήλη όπως εμφανίζεται στην περιοχή του Υμηττού είναι η ακόλουθη 1) Σχιστόλιθοι της Βάρης 2) Δολομίτες της Πιρναρής 3) Κατώτερο Μάρμαρο, 4) Σχιστόλιθοι Καισαριανής και 5) Ανώτερο Μάρμαρο 

Η αφθονία ασβεστολιθικών πετρωμάτων είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία μεγάλου αριθμού καρστικών σχηματισμών, όπως σπήλαια και βάραθρα, από τη διαβρωτική δράση του νερού στα ασβεστολιθικά υποστρώματα.

Μερικά σπήλαια και βάραθρα έχουν καταστραφεί, είτε από τη διάνοιξη των ορεινών δρόμων, όπως το μικρό βάραθρο του Αστερίου, είτε από τα λατομεία όπως  πχ. το σπήλαιο των Γλυκών Νερών (ΑΣΜ 3833), το σπήλαιο του Αγ, Ι. Καρέα (ΑΣΜ 4485), το σπηλαιοβάραθρο Κρητικού (ΑΣΜ 1068), είτε από άλλες αιτίες όπως το σπήλαιο Ηλιουπόλεως (ΑΣΜ 3400).

Ο Ορυκτός πλούτος του Υμηττού διακρίνεται και από την ύπαρξη μικτών θειούχων μεταλλευμάτων (μεταλλεύματα σιδηροπυρίτη, σφαλερίτη και γαληνίτη).

Β. 3. Κλίμα

Το κλίμα της περιοχής γενικά ανήκει στην ημίξηρη ζώνη (Καραπιπέρης) ή στα θερμομεσογειακά κλίματα κατά τον βιοκλιματικό χάρτη (Gaussen).

 Λόγω της κατεύθυνσης του Υμηττού από βορρά προς νότο, η οροσειρά αυτή δέχεται έντονη την επίδραση των ισχυρών ανέμων ιδίως κατά τον χειμώνα φαινόμενο που επηρεάζει δυσμενώς την ανάπτυξη υψηλής βλάστησης. Το ετήσιο ύψος βροχής εκτιμάται σε 400-600 χιλιοστά αναλόγως του υψομέτρου. Η μέση ετήσια  θερμοκρασία κυμαίνεται από 14-18 oC ανάλογα με το υψόμετρο.

Ειδικότερα το βόρειο τμήμα του όρους έως το υψόμετρο των 400μ., διακρίνεται σε ένα ασθενές θερμομεσογειακό κλίμα όπου κατά την θερινή περίοδο παρατηρούνται 100-125 βιολογικώς ξηρές μέρες. Ενώ άνω του υψομέτρου των 400μ. παρατηρείται ένα έντονο μεσο-μεσογειακό κλίμα με 75-100 βιολογικώς ξηρές μέρες.

Το νότιο τμήμα του όρους, μέχρι το υψόμετρο των 500 μ., ανήκει στο έντονο θερμο-μεσογειακό κλίμα με 125-150 βιολογικώς ξηρές μέρες. Άνω των 500μ. το έντονο θερμο-μεσογειακό γίνεται ασθενές θερμο-μεσογειακό κλίμα με 100-125 βιολογικώς ξηρές μέρες.

Ιστορικά εξεταζόμενες οι κλιματικές συνθήκες, όπως συνάγεται από τις σχετικές μαρτυρίες και κυρίως κατά τον 7ο έως τον 4ο πΧ αιώνα ήταν παρόμοιες με τις σημερινές. Το κλίμα  ήταν ξηρό και εύκρατο και υπάρχουν επίσης αναφορές για εμφανίσεις περιόδων ξηρασίας. 

Από σχετικά πρόσφατες μελέτες προκύπτει ο ρυθμιστικός ρόλος των ορεινών όγκων και των μεγάλων περιοχών πρασίνου στην βελτίωση των ατμοσφαιρικών συνθηκών και της ατμοσφαιρικής ρύπανσης της πρωτεύουσας (άμβλυνση των ακραίων τιμών της θερμοκρασίας και της υγρασίας της ατμόσφαιρας, διευκόλυνση της κίνησης των αερίων μαζών για τον καθαρισμό της ατμόσφαιρας), καθώς και ο ρόλος τους στον εμπλουτισμό του υδροφόρου ορίζοντα.

Β. 4. Έδαφος -υδρολογία

Γεωλογικά ο Υμηττός, ανήκει στην καλούμενη Πελαγονική ζώνη της Ανατολικής Ελλάδος αποτελούμενη από κρυσταλλικούς και κρυσταλλοφυλλιτικούς όγκους και παρουσιάζει ζώνες από μαρμαρυγιακούς και δολομιτικούς σχιστόλιθους, ασβεστόλιθους και ιζηματογενείς επικαλύψεις διαφόρων εποχών, ζώνες που ευθύνονται για την δημιουργία των αντίστοιχων εδαφών.

Τα εδάφη είναι κατά το πλείστον σκελετικά, πετρώδη, αβαθή και μόνον στα  σχιστολιθικά πετρώματα και στα κολλούβια απαντώνται σχετικά βαθειά εδάφη. H γένεση τους εδάφους εξαρτάται από το κλίμα, το πέτρωμα, και τα βιοτικά στοιχεία και προ της ανθρώπινης επέμβασης υπήρχε κάλυψη από σκούρα (ορφνά) δασικά εδάφη. Σήμερα έχουμε εδάφη από TERRA ROSSA  και ορφνά και ορφνέρυθρα ασβεστούχα εδάφη όξινα έως ουδέτερα.

Οι μεγάλες κλίσεις του  εδάφους του Υμηττού ευνόησαν την ύπαρξη πολυάριθμων χειμάρρων (125 περίπου), μικρής και μεγάλης διαδρομής που διέρρεαν τις πλαγιές του βουνού. Οι σημαντικότεροι ήταν ο Ηριδανός (Καισαριανή), το Κακόρεμα (Καρέας) και η Πιρναρή (Τερψιθέα) στα δυτικά, η Χαλιδού (Παιανία) και ο Ντούκας (Κορωπί) στα ανατολικά. Στο σύνολό τους οι ροές αυτές ήταν εποχικές ενώ μετά από καταρρακτώδεις βροχές  αποκτούσαν καταστρεπτική δύναμη και πλημμύριζαν τις γειτονικές εκτάσεις.

Ιδιαίτερα όμως ο Ηριδανός (κοντά στη Μονή Αγίου Μάρκου) μαζί με άλλους χειμάρρους του βορειοδυτικού Υμηττού τροφοδοτούσαν τον Ιλισό και δημιουργούσαν ένα σημαντικό υδροβιότοπο.

Η γεωλογική σύσταση του Υμηττού δικαιολογεί την έλλειψη πηγών, που συναντώνται  μόνο όπου τα στρώματα σχίστη και ασβεστόλιθου έρχονται σε επαφή (περιστασιακά, υπάρχουν στρώματα μαρμάρου κάτω από τον σχίστη). Οι σημαντικότερες πηγές του Υμηττού βρίσκονται στην περιοχή της Καισαριανής και του Καρέα.

Β. 5. Χλωρίδα- Πανίδα

Β.5.1. Γενικά

Από ιστορική σκοπιά, σύμφωνα με αρχαίους ποιητές και συγγραφείς η Αττική τα προϊστορικά χρόνια ήταν γεμάτη λυγερόκορμα και πυκνά δάση, που κατά τη κλασική περίοδο λιγόστεψαν. Η Πάρνηθα και το Πεντελικό παρουσίαζαν μια συμπαγή δασική περιοχή, ο Υμηττός όμως, όπως και το βραχώδες Αιγάλεω, υστερούσε σε βλάστηση.

Από τον 6ο αιώνα π.Χ. η Αττική εκχερσώθηκε συστηματικά και μετά τα περσικά η καταστροφή του δάσους είχε σχεδόν ολοκληρωθεί. Η εισαγωγή ξυλείας που πραγματοποιείται από τον  5ο π.Χ. αιώνα, δείχνει την έλλειψη δασών και την προσπάθεια να προστατευθούν όσα είχαν απομείνει. 

Στις μέρες μας, η υλοτομία, οι εκχερσώσεις, η βοσκή και οι πυρκαγιές είναι μερικές από τις ανθρώπινες επεμβάσεις που συντέλεσαν στην υποβάθμιση της βλάστησης, γεγονός που προκάλεσε με τη σειρά του και την υποβάθμιση των εδαφών.

Ως οικοσύστημα, ο Υμηττός σήμερα παρά την υποβάθμισή του, παρουσιάζει υψηλή βιοποικιλότητα, μοναδική για ένα βουνό τόσο κοντά σε μητροπολιτικό αστικό ιστό. Καταγράφονται περισσότερα από 600 είδη φυτών, από τα οποία τα 40 είναι ενδημικά της Ελλάδας. Εννέα από αυτά προστατεύονται από την ελληνική νομοθεσία (ΠΔ 67/81), ενώ άλλα με τη Συνθήκη της Βέρνης καθώς και με Αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το πιο ενδιαφέρον ενδημικό είναι η fritillaria oblique , που περιλαμβάνεται στην Συνθήκη της Βέρνης και στο παράτημα IV της οδηγίας 92/43 της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον άλλα 6 είδη είναι κοινοτικού ενδιαφέροντος, καθώς η Ελλάδα είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα όπου απαντώνται: Onosma graeca and Veronica glauca ssp. glauca (balkan endemics); Anthemis cretica ssp. cretica (only in Anatolia out of Greece); Dianthus serratifolius ssp. serratifolius (found only in Attiki and Libya); Atraphaxis billardieri (Greece and Asia); Brassica cretica ssp. cretica (a chasmophyte found only in C. & S. Lebanon out of Greece. Carum graecum ssp. graecum is a balcan endemic.)

Η περιοχή του Υμηττού συνδέεται με την ιστορική εξέλιξη της βοτανολογίας και της οικολογίας στην Ελλάδα. Από τα μέσα του 19ου αι., πολλά είδη φυτών συλλέχτηκαν και περιγράφηκαν για πρώτη φορά στο Υμηττό (Ορφανίδης, Χαϊλντραϊχ). Για το λόγο αυτό, πολλά είδη της ελληνικής χλωρίδας έχουν ως δεύτερο συνθετικό στην ονομασία τους  τη λέξη "hymettia" ή "hymetium".

Β.5.2. Χλωρίδα

Η βλάστηση του Υμηττού, λόγω του σχήματος και της θέσης του βουνού (εκτείνεται από το κέντρο του Νομού Αττικής μέχρι τον Σαρωνικό Κόλπο από Βορρά προς Νότο), αλλά και λόγω του σχετικού εύρους των οικολογικών συνθηκών που επικρατούν  (θάλασσα από την μία πλευρά, εκτεταμένη και πυκνή δόμηση σε όλο τη δυτική πλευρά και πρόσφατα και στην ανατολική πλευρά του) παρουσιάζει αρκετή ποικιλομορφία αλλά και υποβάθμιση.

Η κατεύθυνση του ορεινού όγκου από βορρά προς νότο, δημιουργεί έντονη επίδραση των ισχυρών ανέμων και από τις δύο πλευρές κατά τη διάρκεια του χειμώνα, γεγονός που εμποδίζει την ανάπτυξη υψηλής βλάστησης στα υψηλότερα σημεία του.

Ειδικότερα, στο πλαίσιο του προγράμματος καταγραφής και χαρτογράφησης των τύπων οικοτόπων στις περιοχές που εντάχθηκαν στο δίκτυο Νatura 2000, αναφέρονται επτά τύποι οικοτόπων για τον Υμηττό.

Σε άμεση εξάρτηση με τα προηγουμένως  αναφερθέντα εδαφικά και κλιματικά χαρακτηριστικά, η δασική βλάστηση του Υμηττού, αποτελείται από μεσογειακούς βιότοπους χαμηλού υψομέτρου και συγκροτείται κυρίως από αείφυλλα πλατύφυλλα και χαλέπιο πεύκη.

Περιμετρικά του Υμηττού και εξαπλούμενος εσωτερικά μέχρι υψόμετρο 500μ. εμφανίζεται ο βιότοπος του σχίνου (Pistacia Lentiscus).  Είναι η θερμότερη και ξηρότερη υποζώνη των αειφύλλων πλατυφύλλων. Μαζι με αυτόν συνυπάρχει σποραδικά σε χαμηλό υψόμετρο και πάντα προς το θαλάσσιο μέτωπο η χαρουπιά (ceratonia siliqua) μαζί με το ράμνο (ramnus graecus) και τον φοινικικό κέδρο (junuperus phoenicea). Στο βόρειο τμήμα του βουνού μαζί με τον σχίνο εμφανίζεται και η αγριεληά (olea oleaster). Στη ζώνη αυτή συνυπάρχουν μεμονωμένα τα είδη μυρτιά (myrtus communis), κυπαρίσσι (cupressus sp.) και εκτεταμένες εκτάσεις από πεύκο χαλέπιο (pinus halepensis) που οφείλουν την εξάπλωση του σε ανθρωπογενείς παράγοντες. Επίσης μεμονωμένα ή σε συστάδες υπάρχουν διάφορα άλλα είδη δένδρων και θάμνων αυτοφυών ή φυτεμένων και εγκλιματισμένων στις τοπικές συνθήκες στη διάρκεια των χρόνων.

Σε πολύ μεγαλύτερο υψόμετρο μέχρι 1200μ εξαπλώνεται ο βιότοπος του πουρναριού (Quercus coccifera). Συνυπάρχει με τον βιότοπο του σχίνου αλλά αποτελεί την ολιγότερο θερμόβιο υποζώνη των αειφύλλων πλατυφύλλων. Ουσιαστικά αντικαθιστά τα δάση της βελανιδιάς που υπήρχαν παλαιά και εκχερσώθηκαν. Συνυπάρχει με την φιλλύρα (phillyrea media), την τερεβυνθιά (pistacia terebinthus), την κουτσουπιά (cercis siliquastrum), την γκορτσιά (pirus amygdaliformis). Ανω των 600μ. υπάρχουν ίχνη από την διάπλαση των δρυοδασών από τα είδη της αριάς ( quercus ilex) και της βελανιδιάς (quercus pubenscens). Η διάπλαση των ερεικώνων (maquis) σε εδάφη ουδέτερα ή όξινα εξαπλώνεται σε αυτές τις παραπάνω περιοχές και αποτελείται από τα είδη της ήμερης κουμαριάς (arbutus unedo), της άγριας κουμαριάς (arbutus adrachne) και τα ρείκια (erica arborea).    

Η φρυγανώδης βλάστηση που επικρατεί, είναι αθροίσματα από υποβάθμιση και καλύπτει εκτεταμένες εκτάσεις περιφερειακά του βουνού και κύρια προς τις πλαγιές που βλέπουν την θάλασσα.

Εμφανίζεται είτε με την όψη guarrigues που είναι υποβάθμιση του σχίνου και του πουρναριού, είτε με την όψη φρύγανα όπου κυριαρχούν ορισμένοι ημίθαμνοι από κίστους, ασφάκες, αφάνες, θυμάρια κ.ά. Καταλαμβάνουν όλα τα χαλικώδη και εύθρυπτα εδάφη, αλλά συνυπάρχουν και με όλες τις προαναφερθείσες διαπλάσεις αποτελώντας κατά κάποιο τρόπο τον υπόροφό τους.

Ο υπόροφος αυτός και οι φρυγανώδεις περιοχές γενικότερα, διακρίνονται για την εξαιρετική ποικιλομορφία τους, έχουν μεγάλη οικολογική και περιβαλλοντική σημασία και πρέπει να προστατευθούν και να τύχουν ιδιαίτερης φροντίδας και προσοχής, ιδίως κατά τις αναδασώσεις ώστε να μην εκλείψουν μερικά σπάνια είδη κύρια από γεώφυτα.

 Η φρυγανώδης αυτή βλάστηση αποτελείται από πλήθος ακανθωδών , χνοωδών, αρωματικών και τοξικών ειδών.

Η βλάστηση αυτή περιλαμβάνει και σημαντικό αριθμό μελισσοκομικών ειδών της οικογένειας Labiatae (Thymus sp.) καθώς και μεγάλο αριθμό αγροστωδών .

Αξιοσημείωτη είναι η χλωρίδα των γεωφύτων (βολβοί, κόνδυλοι, ριζώματα) που απαντούν σε ειδικές περιοχές και απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή στις παρεμβάσεις για να μην εξαφανιστούν τελείως αυτά τα είδη και ιδιαίτερα τα ορχεοειδή που είναι πολύ ευαίσθητα. Οι οικογένειες που συγκροτούν αυτή τη βλάστηση είναι κύρια Primulaceae, Liliaceae, Iridaceae, Amaryllidaseae, Orchidaseae.

Οι φυτικές διαπλάσεις που αναλύθηκαν συνοπτικά παραπάνω, αποτελούν βασική προϋπόθεση για την αποκατάσταση φυσικών τοπίων με αναδασώσεις ή συμπληρωματικές φυτεύσεις στις διάφορες περιοχές του βουνού. Οι βιότοποι πρέπει να προστατευθούν και να εμπλουτισθεί η χλωρίδα τους με ενδημικά είδη, για λόγους περιβαλλοντικούς, βιοποικιλότητας και εκπαιδευτικούς.

Ακολουθεί μια χωρική καταγραφή της δασικής βλάστησης του Υμηττού:

Στην δυτική πλευρά του Υμηττού, συναντώνται, σε διάφορες περιοχές, αμιγείς συστάδες χαλεπίου πεύκης, όπως, στον Δήμο Παπάγου, στον Δήμο Βύρωνα στους Κουταλάδες, στο Ρέμα Βαμβακιά πάνω από τον οικισμό Συνεταιρισμού Καφεπωλών μέχρι τα σύνορα Αργυρούπολης - Γλυφάδας, στην Βούλα μετά το Νεκροταφείο υπάρχει Δάσος κατόπιν εκτεταμένων Αναδασώσεων.

Ανάλογη παρουσία χαλεπίου πεύκης υπάρχει επίσης στα Γλυκά Νερά και στο Κορωπί στην πλευρά του Κυνηγετικού Συλλόγου έως την Βάρη. Όπου οι συνθήκες δεν είναι τόσο ευνοϊκές η χαλέπιος πεύκη εμφανίζεται με θαμνώδη μορφή όπως στην περιοχή Πυρνάρι Γλυφάδας ή και με νανώδη μορφή όταν τα εδάφη είναι αβαθή.

Στο οικοσύστημα αυτό συναντώνται και άλλα είδη σε μίξη, όπως στην Καισαριανή όπου έχει γίνει εισαγωγή Τραχείας Πεύκης και Κυπαρισσιού. Η Τραχεία Πεύκη δεν ενδείκνυται λόγω του ότι είναι έξω από τα όρια της γεωγραφικής της εξάπλωσης ενώ από το Κυπαρίσσι ενδείκνυται κυρίως η ορθόκλαδη ποικιλία έναντι της οριζοντιόκλαδης λόγω του ότι η δεύτερη είναι λιγότερο ανθεκτική σε προσβολές από ασθένειες.

Ανάλογη τέτοια μίξη παρατηρείται και στην Ηλιούπολη χαμηλά όπου έχει απομείνει δάσος ύστερα από τις μεγάλες πυρκαγιές του 1995 και 1998. Στην ίδια περιοχή συναντάμε και άλλα είδη όπως Ceratonia siligua (Χαρουπιά), Cercis siliguastrum (Κουτσουπιά), Quercus coccifera (Πουρνάρι), ύστερα από εκτεταμένες Αναδασώσεις που έγιναν στην περιοχή και Asparagus acutifolius.

Στα Βόρεια στην περιοχή του Δήμου Χολαργού (450m υψόμετρο) υπάρχει θαμνώνας από αείφυλλα πλατύφυλλα στα οποία επικρατεί το Πουρνάρι. Στην ίδια περιοχή  η παρουσία της Χαλεπίου Πεύκης είναι έντονη και όπου τα αείφυλλα πλατύφυλλα γίνονται πιο αραιά εμφανίζονται φρύγανα π.χ. Cistus parviflorus (Κίστος μικρανθής), Anthyllis hermaniae (Αλογοθύμαρο), κ.τ.λ.

Ανατολικά της Μονής Καισαριανής και κάτω από το Ραντάρ (υψόμετρο 750m) εντοπίζονται  θαμνώνες αειφύλλων Πλατυφύλλων καθώς και συστάδες της Τραχείας, Χαλεπίου Πεύκης και Κυπαρισσιού λιγότερο, από Αναδασώσεις. Επειδή το έδαφος είναι πετρώδες η επιβίωση των αειφύλλων Πλατυφύλλων που υπάρχουν και των Αναδασώσεων είναι δύσκολη

Νοτιότερα στην περιοχή της Άνω Ηλιούπολης (850m υψόμετρο) εντοπίζεται θαμνώνας αειφύλλων Πλατυφύλλων με μερικά άτομα Χαλεπίου Πεύκης.

Ακόμη πιο Νότια προς την Κάτω Ηλιούπολη - Αργυρούπολη (680m) υψόμετρο η βλάστηση γίνεται ακόμη πιο αραιή. Εδώ εντοπίζονται και είδη όπως το  Juniperus phoenicea (Άρκευθος) του οποίου η παρουσία  είναι πιο έντονη νοτιότερα όπου υπάρχει η επίδραση της θάλασσας. Η Medicago arborea (Δεντρομηδική) που απαντάται σε θαμνώνες Αείφυλλων Πλατύφυλλων σε υψόμετρο 260m,  έχει εισαχθεί τεχνητά με σκοπό την βελτίωση του εδάφους και της υπάρχουσας βλάστησης.

Στην Νότια πλευρά του Υμηττού στην περιοχή της Βούλας, κάτω από το νεκροταφείο της Βούλας εντοπίζονται Αείφυλλα Πλατύφυλλα κυρίως πουρνάρι και φρύγανα.

Ομοίως στην περιοχή της Βάρης νοτιοανατολικά του Υμηττού,  κυριαρχούν τα φρύγανα όπως π.χ. Cistus parviflorus (Κίστος μικρανθής), Anthyllis hermaniae (Αλογοθύμαρο), κ.τ.λ. στις περιοχές όπου τα αείφυλλα πλατύφυλλα γίνονται πιο αραιά.

Στο Κορωπί συναντώνται χαμηλά πουρνάρια, ελιές σε συνύπαρξη με Χαλέπιο πεύκη αλλά και άλλα αείφυλλα πλατύφυλλα σε μικρούς αριθμούς.

Στην  Παιανία λόγω της ύπαρξης πολλών βράχων και σκληρών πετρωμάτων στις πλαγιές και  μικρού βάθους εδάφους κυριαρχούν πλέον τα φρύγανα και το πουρνάρι. Θεωρείται η πιο δύσκολη πλευρά για Αναδασώσεις.

Στα Γλυκά Νερά και σε αντίθεση με την γειτονική περιοχή της Παιανίας παρατηρείται ότι λόγω του πυκνού δάσους Χαλεπίου Πεύκης εκλείπουν τα αείφυλλα πλατύφυλλα ή εμφανίζονται σε πολύ μικρό ποσοστό.

Τέλος νότια, στην Γλυφάδα, Βούλα, Βάρη εμφανίζονται χορτολιβαδικές εκτάσεις και καταλαμβάνουν εδάφη αβαθή, ξηρά και υποβαθμισμένα. Εδώ μπορεί να τεθεί ως στόχος, ο σχηματισμός θαμνώνα ή όπου οι συνθήκες το επιτρέπουν να εγκατασταθεί η Χαλέπιος Πεύκη κατά ομάδες.

Πέραν όμως των τυπικών Οικοσυστημάτων συναντώνται και άλλα είδη όπως Φυτείες Ευκαλύπτου στην Καισαριανή και Αργυρούπολη, καθώς και Αγροί στις περιοχές Βάρης, Κορωπίου και Παιανίας.

Στις όχθες του Ιλισού και σε όλα τα ρέματα γύρω από τον Υμηττό κάνει αισθητή την παρουσία της παρόχθια και παραρεμμάτια βλάστηση: η Λυγαριά (Vitex agnus castus)  και πολύ λιγότερο η Πικροδάφνη (Nerium oleander). Στα πρανή του Ιλισού και των ρεμάτων από μεγάλο υψόμετρο μέχρι τη θάλασσα παλαιότερα ήταν άφθονος και ο Πλάτανος (Platanus orientalis).

Β.5.3. Πυρκαγιές

Οι πυρκαγιές στον Υμηττό τα τελευταία 25 χρόνια ήταν πολύ συχνές και μερικές ιδιαίτερα καταστροφικές, όπως το 1995, το 1998, το 2007. Οι δύο μεγάλες πυρκαγιές το 1995 και το 1998 κατέκαψαν συνολικά 7.000 στρέμματα δάσους. Ακολούθησαν οι φωτιές του 2006 αλλά και του 2007 που κατέκαψαν πάνω από 1.400 στρέμματα. Χαρακτηριστικά σύμφωνα με τον Συνδέσμου Προστασίας και Ανάπτυξης Υμηττού (ΣΠΑΥ), το 2007 ξέσπασαν στον Υμηττό συνολικά 167 πυρκαγιές, περισσότερες από οποιαδήποτε άλλη χρονιά.

Το σύνολο της έκτασης του Υμηττού που είναι 81.320 στρέμματα κηρύχθηκε αναδασωτέα περιοχή με την υπουργική απόφαση 108424/13-9-1934 (ΦΕΚ 133, Β', 16-10-34), - με την εξαίρεση των τμημάτων του που εντάχθηκαν σε σχέδια πόλεων, καλλιεργούνταν ή επιτράπηκε σε αυτά ίδρυση βιομηχανικών μονάδων.

Ένα μεγάλο μέρος από τις πυρκαγιές αυτές αποδίδεται σε εμπρησμούς. Πέραν όμως αυτών απαιτούνται τακτικά και έργα μείωσης της ξηρής καύσιμης ύλης και άλλοι δασοκομικοί χειρισμοί (προσπελασιμότητα των συστάδων κλπ).

Για την αντιμετώπιση του προβλήματος έχουν ευαισθητοποιηθεί και πολλοί πολίτες των όμορων δήμων και έχουν οργανώσει ομάδες εθελοντών δασοπυροσβεστών.

Β.5.4. Πανίδα

Μέχρι τις αρχές του αιώνα, όπως φαίνεται από μαρτυρίες και ιστορικά κείμενα, στην περιοχή του Υμηττού υπήρχε πλούτος από θηράματα και άγρια ζώα. Σήμερα είναι πολύ λιγότερα ή υπό εξαφάνιση.

Η πανίδα περιλαμβάνει πολλά ενδημικά γένη και πολλά προστατευόμενα είδη.

Τα θηράματα που υπάρχουν περιορίζονται στον Λαγό (Lepus europeus) και στην Πέρδικα (Alectoris graeca) παρόλο που έχει απαγορευτεί η θήρα σε όλη την περιοχή. Για την ανάπτυξη της πανίδας πρέπει να ληφθούν υπόψη όλες οι προϋποθέσεις για την εξασφάλιση τροφής και καθαρού νερού καθώς και οι κατάλληλες συνθήκες δενδρώδους και θαμνώδους βλάστησης.

Αναφέρονται τα παρακάτω μικρά άγρια ζώα:

         Πτηνά                                                  

         Πέρδικα                                                

         Κορυδαλλός                                         

         Κοτσύφι                                                

         Φάσες

         Αγριοπερίστερα                                    

         Φλώρος              κ.α.

         Θηλαστικά

         Λαγός

         Νυφίτσα

          Αλεπού            κ.α.

         Ερπετά

         Λίγες οχιές

         Νερόφιδα

         Σαύρες               κ.α.

         ΄Εντομα

Πλήθος εντόμων εκ των οποίων μας ενδιαφέρει η μέλισσα διότι η παραδοσιακή μελισσοκομία που αφορούσε στο φημισμένο μέλι Υμηττού έχει όλες τις δυνατότητες να επανακάμψει παράγοντας μέλι αρίστης ποιότητας. Αυτό απαιτεί την εξασφάλιση και τον εμπλουτισμό της συνολικής βλάστησης του Υμηττού.

Συμπερασματικά, η άγρια ζωή του ορεινού όγκου, μπορεί ιδανικά να χρησιμοποιηθεί για περιβαλλοντική εκπαίδευση τόσο επιστημόνων όσο και κατοίκων της πρωτεύουσας.

 

 

Β. 6. Ιστορική αναφορά

Ο Υμηττός είναι ο πλησιέστερος στην Αθήνα ορεινός όγκος. Για τον λόγο αυτό συνδέθηκε άμεσα με την ιστορία της πρωτεύουσας.

Αναφέρεται και περιγράφεται από πολλούς αρχαίους, μεσαιωνικούς και νεότερους συγγραφείς και περιηγητές: τον Αριστοφάνη, τον Ξενοφώντα, τον Πλάτωνα, τον Παυσανία, τον Μιχαήλ Ακομινάτο, τον Κυριακός τον Αγκωνίτη και λοιπούς νεότερους.

Στον χώρο του Υμηττού εκτυλίσσεται ο μύθος σύμφωνα με τον οποίο ο Κέφαλος, πληγώνει θανάσιμα με το αλάθητο ακόντιο την γυναίκα του Πρόκριδα, σκηνή που απεικονίζει ερυθρόμορφος κρατήρας (440 με 430  π.Χ.).

Η αρχαιολογική έρευνα στην ευρύτερη περιοχή αλλά και στον ίδιο τον ορεινό όγκο, επεσήμανε ίχνη ζωής από την νεολιθική περίοδο, όπως λεπίδες και θραύσματα οψιανού λίθου που χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή όπλων και εργαλείων.

Στη Μεγάλη Σπηλιά ή Σπηλιά Γυρίσματος βρέθηκαν λίγα όστρακα και κομμάτια οψιανού της τελικής Νεολιθικής περιόδου (4500-3200 πχ), καθώς και όστρακα της Πρώιμης Εποχής Χαλκού. Στο Σπήλαιο Κορακοβούνι Ι, εντοπίζεται κεραμική απλή χειροποίητη με διακόσμηση περιόδων Τελικής Νεολιθικής, ενώ στο σπήλαιο Λεοντάρι όστρακα κεραμικής που αντιπροσωπεύουν τη Μέση και Τελική Νεολιθική περίοδο, την Ελλαδική περίοδο, καθώς και οστέινα εργαλεία, αντικείμενα οψιανού, μεταλλικά αντικείμενα αλλά και οστά λιονταριού και αρκούδας.

Γύρω από τον Υμηττό  παρατηρούνται πολλές θέσεις κατοίκησης, ιδρύονται μεγαλύτεροι οικισμοί μονιμότερου χαρακτήρα και υπολογίζεται ότι ο πληθυσμός αυξάνεται σημαντικά στην αυγή της 3ης χιλιετίας. Κατά την Πρωτοελλαδική ΙΙ φάση (μέσα 3ης χιλιετίας) κατοικούνται αρκετές θέσεις στη Μεσογαία όπως το Μαρκόπουλο, το Κορωπί, τα Σπάτα.

Στην ανατολική πλευρά του Υμηττού εντοπίζεται προϊστορικός  οικισμός, στον «Χριστό» πάνω από το Κορωπί, ενώ κοντά στη περιοχή της Ηλιούπολης έχουν εντοπιστεί προϊστορικά ίχνη στη «Ζωοδόχο Πηγή».

Κατά την μυκηναϊκή εποχή οι οικισμοί που περιβάλουν τον Υμηττό διατηρούνται αλλά συρρικνώνονται. Σημαντικότερος εξ αυτών που περιλαμβάνεται μέσα στα όρια του ορεινού όγκου εντοπίζεται στην θέση Χριστός.

Ο Ηρόδοτος αναφέρει  (Στ. 1075) ότι στον Υμηττό και γύρω από αυτόν υπήρχαν αρκετοί πελασγικοί οικισμοί και δήμοι, όπως ο Σφηττός, η Κίκκυνα, η Αιξωνή, οι Σκυρίδες, η Πήρα κ.ά.

Τον 8ο αι. π.Χ. παραχωρούνται σημαντικές γαίες στις υπώρειες του Υμηττού και επιβάλλεται από το κράτος η δεκάτη στους καρπούς της γης. Τον 6ο αι. ο Πεισίστρατος,  απαλλάσσει από τη φορολογία ειδικά τους εποικιστές του Υμηττού, τους κτηνοτρόφους, γεωργούς και τους υπόλοιπους χρήστες της περιοχής.

Οι χαμηλές πλαγιές του Υμηττού εκχερσώθηκαν σε αρκετή έκταση για να εξοικονομηθεί χώρος για καλλιέργεια . Ο Πεισίστρατος για να ενισχύσει τη γεωργία απάλλαξε κατά τον 6ο πΧ αιώνα τους εκχερσωτές νέων χωραφιών στον Υμηττό από τη φορολογία της δεκάτης. 

Στα τέλη του  6ο αι πΧ, οι αυξημένες ανάγκες της πόλης οδηγούν στην κατασκευή ενός σημαντικoύ τεχνικού έργου, του Πεισιστράτειου υδραγωγείου  (510πΧ). Πιθανότατα υδρομάστευε την πηγή που βρισκόταν στις ΒΑ χαμηλές υπώρειες του Υμηττού (στάθμη εδάφους περίπου + 130 μ) στο Γουδί δίπλα στη κοίτη του Ιλισού.

Κατά την κλασσική εποχή, αρκετοί αρχαίοι Δήμοι έχουν ήδη διαμορφωθεί γύρω από τον Υμηττό και είναι οι εξής:

Λάμπτραι καθύπερθεν, Λάμπτραι παράλια, Αναγυρούς, Αλαι Αιξωνίδες, Αιξωνή, Σφηττός, Κίκκυνα, Παιανία  Υπερθεν, Παιανία καθύπερθεν, Ευώνυμον, Θημακός ,Δαιδαλίδαι, Αλαί, Εστιαία, Παλλήνη και Γαργητός.

Στους Ρωμαϊκούς χρόνους ο Yμηττός συνέχιζε, ως ένα βαθμό, να διατηρεί την αίγλη του ως πνευματικό, φιλοσοφικό και θρησκευτικό κέντρο.

Η κορυφή του και ιδιαίτερα η περιοχή της Καισαριανής εμφανίζονται ως κέντρα λατρείας αλλά και υγείας, ενώ σύμφωνα με τον Θεόφραστο η παρατήρηση της κορυφής του και του είδους και της πυκνότητας των νεφών βοηθούσε και στην πρόβλεψη του καιρού, των μετεωρολογικών συνθηκών κυρίως της βροχόπτωσης. Η λειτουργία του βουνού ως λατρευτικού κέντρου ενδυναμώθηκε από τη θέση του σε σχέση με τους αρχαίους δήμους και τη βατή μορφολογία του.

Έτσι στις πλαγιές του αλλά και τα σπήλαιά του, διαμορφώθηκαν ιερά Θεών και Νυμφών, όπως το ιερό της Αφροδίτης, στο χώρο της σημερινής Καλοπούλας που  συνδέεται με την πηγή «Κύλλου Πήρα».

Σύμφωνα με τον Παυσανία στον Υμηττό υπήρχε άγαλμα του Υμηττίου Διός στην  υψηλότερη κορυφή, καθώς και βωμοί του Ομβρίου Διός σε θέση που τιμούσε και εξευμένιζε τον θεό, ώστε να χαρίζει ήπιες και έγκαιρες βροχές για τη γεωργία, και του Απόλλωνος Προοψίου στην κορυφή από την οποία το πρώτο φως της ημέρας έπεφτε στη Δυτική Αττική..

Την ίδια εποχή, αντικείμενο εκμετάλλευσης ήταν το υψηλής ποιότητας κυανότεφρο μάρμαρο του Υμηττού. Τον 4ο αι. π.Χ. τα λατομεία του Υμηττού ήταν σε λειτουργία, ενώ στους Ρωμαϊκούς χρόνους, η ζήτηση υλικού είχε οδηγήσει την παραγωγή μαρμάρου σε μεγάλη εντατικοποίηση. Το μεγάλο μέρος των αρχαίων λατομείων βρισκόταν νότια του οικισμού του Καρέα, πάνω από την σημερινή Ηλιούπολη. Ορυκτά των λατομείων αυτών χρησιμοποιήθηκαν τον 6ο αιώνα στην ακρόπολη της Αθήνας, για τα θεμέλια του ναού της Αθηνάς δίπλα στο Ερεχθείο και αργότερα στον Παρθενώνα.

Εκτός από τα λατομεία, στον Υμηττό φαίνεται πως υπήρξε και εξόρυξη μεταλλευμάτων, η οποία μάλιστα μπορεί να αναχθεί μέχρι την μυκηναϊκή περίοδο. Τα μεταλλεύματα πρέπει να ήταν τα ίδια που εξορύσσονταν στην Λαυρεωτική, δηλ. αργυρούχος μόλυβδος. Στοιχεία που έχουν σχέση με τις εργασίες αυτές εντοπίζονται στην περιοχή του Προφήτη Ηλία πάνω από την Ηλιούπολη, αλλά και στην ανατολική πλευρά του Υμηττού.

Κατά την διάρκεια των μεσαιωνικών χρόνων ο Υμηττός, όπως όλοι οι ορεινοί όγκοι που περιβάλουν το λεκανοπέδιο, συγκεντρώνει σημαντικές μοναστικές κοινότητες.

Είναι οι μονές Αγ. Ιωάννου του Κυνηγού, Αγ. Ιωάννη του Θεολόγου, Αστερίου, Καισαριανής, Καρέα και Κουταλά.

Ο Υμηττός κλείνει την μικρή πεδιάδα των Αθηνών από τα ανατολικά. Από την αρχαιότητα, η επικοινωνία μεταξύ λεκανοπεδίου και Μεσογείων γινόταν από το πέρασμα του Σταυρού στον Γαργητό, βορείως του Υμηττού, στην ράχη σύνδεσής του με το Πεντελικό. Επίσης, στα νότιά του, υπήρχε σύνδεση του λεκανοπεδίου με τους παράλιους δήμους.

Ωστόσο, δύο μονοπάτια- δρόμοι φαίνεται πως χρησιμοποιούνται ήδη από την αρχαιότητα, για να συνδέσουν την Αθήνα με τα Μεσόγεια, διασχίζοντας τον κύριο όγκο του βουνού:

Το ένα ξεκινάει από την πύλη του Αδριανού και μέσω Καρέα καταλήγει στο Κάστρο- Χριστό. Το δεύτερο, βρίσκεται νοτιότερα, στο ύψος της σημερινής Γλυφάδας καταλήγει επίσης στο Χριστό προερχόμενο όμως από την περιοχή των Τραχώνων.

Κατά τα χρόνια της τουρκοκρατίας και τα νεότερα χρόνια, ο Υμηττός εντυπωσιάζει τους περιηγητές, με το τοπίο του, το σχήμα του, τα χρώματά του, την χλωρίδα του και με την θέα του που παρείχε προς το λεκανοπέδιο.

Ο τούρκος περιηγητής Εβλιά Τσελεπή, αναφέρει ότι μετά την βροχή, οι ευωδιές από τα λουλούδια, τα βότανα και τα δέντρα της γης πλημμυρίζουν την όσφρηση των ανθρώπων και τους μεθούν.  Ιδιαίτερη είναι η αναφορά στα βότανα και στα φυτά του ορεινού όγκου, τόσο για την φαρμακευτική τους χρήση, όσο και για την ευχάριστη εντύπωση που προκαλούσαν στους επισκέπτες.

Πολλά σχέδια, ακουαρέλες και χαρακτικά, των καλλιτεχνών που επισκέφτηκαν την Ελλάδα από τον 17ο ως τον 19ο αιώνα είναι γνωστά.

Ο απογυμνωμένος από βλάστηση Υμηττός και το τοπίο  που διαμόρφωνε ο ρους του Ιλισού έχει αποτυπωθεί σε πολυάριθμες λιθογραφίες και υδατογραφίες Ευρωπαίων περιηγητών του 18ου και 19ου αιώνα.

 

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΧΩΡΩΝ - ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ

1. Αρχαιολογικοί χώροι

1.1.Λατομεία

  • Λατομεία μαρμάρου και μεταλλεία αργύρου στην περιοχή της Ηλιούπολης όπου βρέθηκαν μερικά από τα μεταλλευτικά πηγάδια.
  • Στη θέση Προφήτης Ηλίας φαίνονται ίχνη αρχαίας λατόμησης.
  • Στη θέση Γούβα στην περιοχή της Ηλιούπολης φαίνονται ίχνη αρχαίας λατόμησης. Εδώ βρίσκεται το μεγαλύτερο λατομείο.
  • Πάνω από το μοναστήρι του Καρέα υπάρχουν αρχαία λατομεία που εξακολούθησαν να χρησιμοποιούνται πολύ και στα ρωμαϊκά χρόνια. Στη θέση υπήρχαν ογκόλιθοι αρχαίοι.
  • Τα πιο σημαντικά λατομεία βρίσκονταν στη δυτική πλευρά του Υμηττού, στις πλαγιές που κλείνουν από νότια και νοτιοδυτικά την κοιλάδα του Αγίου Γεωργίου και κατεβαίνουν προς το φαράγγι Κακόρρευμα. Τα λατομεία αυτά χρησιμοποιήθηκαν πολύ στα ρωμαϊκά χρόνια. Στο φαράγγι φαίνονταν και σήραγγες ορυχείων αργύρου. Πάνω από τον Αγ. Γεώργιο βρέθηκαν ίχνη της αρχαίας οδού και στα δυτικά, προς την είσοδο της ρεματιάς, βρέθηκαν θεμέλια κτίσματος που θα ήταν καταφύγιο λατόμων. Οι διαστάσεις του εσωτερικού χώρου ήταν 4-4,70μ και το ύψος του εσωτερικά ήταν 2,70μ.

1.2. Σπήλαια

1.2.1. Σπήλαια - βάραθρα εντοπίζονται περισσότερα από 25 σπήλαια/ βάραθρα στην περιοχή του ορεινού όγκου, εκ των οποίων τα σημαντικότερα είναι:

1. Σπήλαιο Λεοντάρι (ΑΣΜ. 91)

  • Βρίσκεται στα Β. του Υμηττού, στη Κορακοβούνι. σε υψόμετρο, 540μ.
  • Η κατοίκηση στο σπήλαιο αρχίζει από την νεότερη νεολιθική περίοδο ενώ με τα μέχρι στιγμής ανασκαφικά ευρήματα χρησιμοποιείται με διακοπές μέχρι και τα κλασσικά χρόνια όπου μετατρέπεται σε ιερό του Πανός.

2. Σπήλαιο Αρχέδημου ή Νυμφολύπτου (ΑΣΜ 89)

  • Βρίσκεται στις νότιες Παρυφές του βουνού -3χλμ από τον Δήμο Βάρης. Σε υψόμετρο 270 μ στο ΝΑ αντέρεισμα του οροπεδίου Κρεββάτι, βόρεια της Βάρης και ΒΔ της Σχολής Ευελπίδων. Η καλύτερη προσπέλαση για το σπήλαιο είναι από το Πανόραμα Βούλας (θέση Κρεμαστός Λαγός)
  • Ανασκάφτηκε το 1902 από την Αμερικανική σχολή και τα ευρήματα χρονολογούνται από τον 5ο έως τον 2ο πΧ αι. και στον 4ο μΧ αι. Οι τεχνικές παρεμβάσεις (λαξευμένη κλίμακα, κόγχες, ανάγλυφα, δεξαμενή κλπ) υποδηλώνουν τον λατρευτικό χαρακτήρα του σπηλαίου. Βρέθηκαν αναθηματικά ειδώλια και επιγραφές του 4ου αι πχ και πολλά πήλινα λυχνάρια
  • Στο σπήλαιο αυτό εγκαταστάθηκε τον 5ο αι. πχ ο γλύπτης Αρχέδημος από την Σαντορίνη και το μετέτρεψε σε τόπο λατρείας του Πάνα, του Απόλλωνα αλλά κυρίως των Νυμφών, η οποία διήρκησε μέχρι τον 2ο αι πΧ.

3. Σπήλαιο «Κουτούκι» η Παιανίας (ΑΣΜ 88)

  • Βρίσκεται στην ανατολική πλαγιά του Υμηττού στο Δήμο Παιανίας, σε υψόμετρο 520 μ., ΝΑ από τη κορυφή Εύζωνας και 3,5 χλμ από την Παιανία.
  • 1.3. Μεσαιωνικοί Πύργοι
  • 3.1 Λείψανα Πύργου κοντά στην Μονή Αγίου Ιωάννη Θεολόγου (Δήμος Χολαργού)
  • 3.2 Λείψανα Πύργου κοντά στην Μονή Αστερίου
  • 3.3 Λείψανα Πύργου κοντά στη Μονή Αγίου Ιωάννη Καρέα
  • 1.4. Φρούρια
  • 4.1. Λείψανα Οχύρωσης, δυτικά της εκκλησίας Ταξιάρχη στο Δήμο Καισαριανής
  • 4.2. Λείψανα μεσαιωνικής Οχύρωσης σε κορυφή λόφου, στη θέση Κάστρο του Χριστού, που παλιότερα είχε χαρακτηριστεί ως προϊστορική, δυτικά του Κορωπίου.
  • 4.3. Ερείπια οχυρώσεως στο Δήμο Βύρωνα σε σχήμα ακανόνιστου τετράπλευρου πλησίον της κορυφής 1026

1.5.  Αγωγοί

Στην περιοχή του Υμηττού εντοπίζονται  αρκετά λείψανα αγωγών.  Στον Αγ. Ιωάννη τον Θεολόγο αγωγός είναι λαξευμένος στο βράχο σε μερικά σημεία σε βάθος 9 μ. και οι αεραγωγοί του είναι τοποθετημένοι πλάι του.

* Κοντά στο φαράγγι της Καισαριανής βρέθηκαν ίχνη του αρχαίου υδραγωγείου λαξευμένου στο σχιστόλιθο, ύψους 1.05 μ και πλάτους 0. 45μ. Ο αγωγός αυτός πιθανότατα κατέληγε στο Στάδιο.

* Ίχνη του ενός από τα δύο υδραγωγεία που τροφοδοτούσαν τον Πειραιά, το λεγόμενο του Βουνού που έπαιρνε νερό από τον Υμηττό, περνούσε πίσω από το Α' Νεκροταφείο και στον Αγ. Παντελεήμονα συναντούσε άλλον κλάδο που ξεκινούσε από την Αγ. Φωτεινή (Καλλιρρόη) και ακολουθούσε τη διαδρομή του Ιλισσού. Η πορεία μπορεί να ακολουθηθεί από τα πηγάδια εξαερισμού που σώζονται κατά διαστήματα 57-63μ. Για ένα διάστημα πήγαινε πολύ κοντά  στην κοίτη του Ιλισσού μετά διασταυρωνόταν με το ποτάμι δύο φορές και στη συνέχεια ακολουθούσε την κατεύθυνση της κοίτης του ποταμού.

 

2. Αρχιτεκτονικά λείψανα

2.1.

  • Στο Κορωπί, 3 χλμ Δυτικά της περιοχής Λαμπρικά στα ανατολικά υψώματα του Υμηττού, σώζονται τα ερείπια της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου. Κοντά στον ναό υπάρχουν ερείπια οικιών των υστερορωμαικών ή των πρώιμων χριστιανικών χρόνων.
  • Στην ίδια περιοχή, 1 χλμ Δυτικά του Κορωπιού θεμέλια αρχαίων τοίχων και ερείπια οχυρωματικού πιθανώς περιβόλου
  • Στο Δήμο Κρωπίας, εντός μεγάλου πολυγωνικού περιβόλου πάχους 1.25-1.40μ βρέθηκαν τα ερείπια 2 ναών του 6ου πχ αι. Η ταύτισή του με τους ναούς του Διός Ομβρίου και του Απόλλωνος Προοψίου δεν είναι ασφαλής.
  • 2,5 χλμ ΒΑ της Βάρης εντοπίζονται λείψανα αρχαίας αγροικίας των Ελληνιστικών και Ρωμαϊκών χρόνων. Στη θέση αυτή σώζεται δεξαμενή και ερείπια τοίχων που ανήκουν πιθανότατα στην αρχαία αγροικία.

2.2.Ενδείξεις αρχαίων μονοπατιών

  • «Μονοπάτι του Αιγέα.». Η διαδρομή του ξεκινώντας από τη πύλη του Αδριανού στην Αθήνα μέσω Παγκρατίου και Καισαριανής έφθανε στον Καρέα. Από εκεί άρχιζε το πέρασμα του Σφηττού διερχόταν μέσα από το Κορωπί και τη διασταύρωση προς τη Βάρη και κατευθυνόταν προς το Μαρκόπουλο, την Κερατέα, και κατέληγε στο Σούνιο.

2.3. Ιερά, νεκροταφεία

  • Στην περιοχή της Βάρης ανασκάφηκαν κατά καιρούς τάφοι με πλούσια κτερίσματα, που ανήκουν σε νεκροταφείο του αρχαίου δήμου του Αναγυρούντος (7ο-5ο αι πχ).
  • Βόρεια της ψηλότερης κορυφής του Υμηττού και σε απόσταση περίπου 700μ ανασκάφηκε μεγάλος αποθέτης που περιείχε άφθονα αγγεία των γεωμετρικών κυρίως χρόνων ως και θεμέλια τοίχων. Πρόκειται για το ιερό ομβρίου Διός ενώ τα θεμέλια που έχουν ανευρεθεί σε κοντινό σημείο έχουν ταυτιστεί με ιερό ή βωμό του Ηρακλή.
  • Στους ΒΔ πρόποδες του λόφου του Χριστού αναφέρεται ότι ανασκάφηκαν παράνομα 5 σπηλαιώδεις τάφοι των μυκηναϊκών χρόνων.
  • Λείψανα πολυγωνικού περιβόλου στη θέση Προφήτης Ηλίας του Κορωπιού. Μέσα σε αυτόν υπάρχουν βωμός, πηγάδι, τάφος και δύο ναοί. Ο ένας είναι τετράστηλος αμφιπρόστηλος δωρικός, χτίστηκε τον 6ο αι. π.Χ. και καταστράφηκε στο τέλος του ίδιου αιώνα. Ο άλλος ναός είναι ένα ορθογώνιο κτίσμα, κτίστηκε στα μέσα του 6ου αι. και καταστράφηκε από πυρκαγιά τον 3ο αι. π.Χ.

 

3. Μοναστήρια -εκκλησίες

3.1. Βυζαντινά μνημεία

Μονή Αγίου Ιωάννου Προδρόμου Καρέα

Περιοχή: Καρέας, Υμηττός
Τύπος:     Σταυροειδής εγγεγραμμένος
Χρονολογία: 11ος-12ος (;) αι.
Μονή Καισαριανής

Περιοχή: Υμηττός
Τύπος: Σταυροειδής εγγεγραμμένος
Χρονολογία: β΄μισό 11ου αιώνα

Άγιος Μάρκος  (Καισαριανή)

Περιοχή: Κοιμητήριο των Πατέρων, Καισαριανή-Υμηττός
Τύπος: Βασιλική
Χρονολογία: Φραγκοκρατία

 

Μονή Ιωάννου Θεολόγου, Παπάγου-Υμηττός

Περιοχή: Κοιμητήριο του δήμου Παπάγου
Τύπος: Σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός

Χρονολογία: Άγνωστη 

Μονή Αστερίου

Περιοχή: Βρίσκεται σε υψόμετρο 550μ στη δυτική πλευρά του Υμηττού και σε απόσταση τριών περίπου χιλιομέτρων ΒΑ της Μονής Καισαριανής και είναι η μονή που βρίσκεται ψηλότερα στον Υμηττό.
Τύπος: σταυροειδής εγγεγραμμένος με τρούλο
Χρονολογία: 15-17 αι.


Μονή Αγ. Ιωάννη του Κυνηγού (ή Μονή του Προδρόμου η των Φιλοσόφων)

Περιοχή: Βρίσκεται στο βορειότερο άκρο του Υμηττού σε υψόμετρο 330μ πολύ  κοντά στο Σταυρό Αγίας Παρασκευής. Η πρόσβαση είναι σήμερα εφικτή από το προάστιο της Αγίας Παρασκευής, ανεβαίνοντας στο τέρμα της κεντρικής οδού Αγίου Ιωάννη.

Τύπος: Σταυροειδής  εγγεγραμμένος δικιόνιος  ναός
Χρονολογία: Τέλη του 12ου αι -αρχές του 13ου  αι

3.2. Εκκλησίες περιόδου Τουρκοκρατίας

Εκκλησία Αγίας Τριάδος

Περιοχή : ΒΔ της Παιανίας

Τύπος : Μονόκλιτος ναός

Εκκλησία Αγίου Νικολάου

Περιοχή :Δήμος Αθηναίων, σχολή Χωροφυλακής

Τύπος : Μονόκλιτος ναός

Παναγία Χελωνού

Περιοχή : Δήμος  Αθηναίων

Τύπος : Μονόκλιτος ναός

Εκκλησία Αγίου Ιωάννου Προδρόμου

Περιοχή : Δήμος Καισαριανής

Τύπος : Μονόκλιτος ναός

Εκκλησία Ταξιαρχών

Περιοχή : Δήμος Καισαριανής. Δυτικά της μονής Καισαριανής

Τύπος : Μονόκλιτος ναός

Εκκλησία Αγίου Γεωργίου Κουταλά

Περιοχή : Δήμος Βύρωνα, ανατολικά της συνοικίας Βύρωνα

Τύπος : Μονόκλιτος ναός

 

Εκκλησία Αγίου Στυλιανού

Περιοχή : Δήμος Βύρωνα, νοτιο-ανατολικά της συνοικίας Βύρωνα

Τύπος : Τετρακιόνιος σταυρεπίστεγος ναός

Εκκλησία Αγίου Δημητρίου (Παλαιό Νεκροταφείο)

Περιοχή :Παιανία, νότιο άκρο της Παιανίας

Τύπος : Μονόκλιτος ναός σε σχήμα σταυρού με τρούλο

Εκκλησία Προφήτη Ηλία  

Περιοχή :Δήμος Κρωπίας, πάνω σε λόφο νότια της Παιανίας  

Τύπος : Μικρός μονόκλιτος ναός

Εκκλησία Αγίου Ιωάννου

Περιοχή : Δήμος Κρωπίας, Λαμπρικά, ΝΔ του χωριού Κορωπί

Τύπος : Μονόκλιτος ναός

Εκκλησία Ευαγγελιστού Λουκά

Περιοχή : Δήμος Κρωπίας, Λαμπρικά, ΝΔ του χωριού Κορωπί

Τύπος : Μονόκλιτος σταυρεπίστεγος ναός

Εκκλησία Αγίου Κωνσταντίνου

Περιοχή : Δήμος Κρωπίας, Λαμπρικά , ΝΔ του χωριού Κορωπί

Τύπος : Μονόκλιτος ξυλόστεγος ναός

 

4. Αρχαίοι Δήμοι

  • 1. Στον Δήμο Κρωπίας, Δυτικά του οικισμού, εντοπίζεται ο Αρχαίος δήμος Σφήττος της Ακαμαντίδος φυλής

Θεωρείται μεγάλος δήμος. Η θέση του έχει εντοπιστεί με βεβαιότητα, ενώ το κέντρο του  τοποθετείται κοντά στην εκκλησία Χριστός.

  • 2. Στο Δήμο Κρωπίας, κοντά στα Λαμπρικά εντοπίζεται Αρχαίος δήμος Λάμπτραι της Ερεχθηίδος φυλής

Θεωρείται ένας πολύ μεγάλος δήμος της Αττικής. Υπάρχουν ενδείξεις ζωής από των προϊστορικών χρόνων μέχρι των μεσαιωνικών χρόνων. Αποτελείτο από δύο κέντρα: Λάμπτραι Παραλία και Λάμπτραι Καθύπερθεν. Και τα δύο κέντρα έχουν εντοπιστεί με βεβαιότητα, η μεν Λ. Παραλία στη θέση Κίτσι, η δε Λ. Καθύπερθεν στο μεσαιωνικό χωριό Λαμπρικά.


Β.7. Το τοπίο

Τα σύγχρονα τοπία είναι πολιτιστικά προϊόντα, είναι δηλ. προϊόντα της αλληλεπίδρασης ανάμεσα στη φύση και στη δράση των ανθρώπων, που παρεμβαίνουν για να την εκμεταλλευτούν. Κατ΄ αυτό τον τρόπο είναι κυρίως ιστορικά προϊόντα, στα οποία διασταυρώνονται η φύση και η ανθρώπινη παρέμβαση.

Ο Υμηττός, έχει κυρίαρχη παρουσία στον σχηματισμό του τοπίου της πρωτεύουσας, λόγω της θέσης και της γειτνίασης του με το πολεοδομικό συγκρότημα, των ιστορικών και αρχαιολογικών λειψάνων και των ιδιαίτερων φυσικών χαρακτηριστικών του. Το δεσπόζον χαρακτηριστικό του τοπίου στον Υμηττό, είναι η πανοραμική θέα από και προς το λεκανοπέδιο.

Πολλοί περιηγητές αλλά και άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών, έχουν υμνήσει τον τρόπο που προβάλλεται ο ορεινός όγκος ειδικά κατά την δύση του ηλίου.

Στον ίδιο τον Υμηττό διαμορφώνονται ζώνες τοπίου, ανάλογα με τον χαρακτήρα των περιοχών του ορεινού όγκου. Έτσι, η κορυφή του Υμηττού έχει εξαιρετική μακρινή θέα τόσο προς την πλευρά του λεκανοπεδίου (η ανάγνωση μιας απέραντης πόλης), όσο και προς την πλευρά των Μεσογείων (φτάνει μέχρι τον Ευβοϊκό κόλπο).

Η περιοχή κάτω από την κορυφή, καθώς και το νότιο τμήμα (η ζώνη των θαμνώνων), έχει επίσης εξαιρετική μακρινή θέα προς την πλευρά της Αθήνας. Επιπλέον παρέχει και δυνατότητες αναψυχής και ευχαρίστησης στον περιπατητή, με το φυσικό περιβάλλον, των ιδιαίτερων αρωμάτων των θάμνων του και του γειτονικού πευκοδάσους, καθώς και με της παρατήρησης της ορνιθοπανίδας ( ο Υμηττός είναι σημαντικός διάδρομος  μεταναστευτικών πουλιών).

Χαμηλότερα, στην περιοχή του πευκοδάσους, η ποικιλία του τοπίου είναι εντονότερη. Την μακρινή θέα μέσα από τα διάκενα την διαδέχεται η ενδοδασική θέα κοντινών αποστάσεων, καθώς και σχέση του παρατηρητή με τα ιστορικά και πολιτιστικά μνημεία (μονές, πύργους, αρχαία λείψανα, αρχαία λατομεία).

Ιδιαίτερο ρόλο στο τοπίο του Υμηττού, έχουν φυσικοί σχηματισμοί (χαραδρώσεις, βραχώσεις), ανθρωπογενείς σχηματισμοί  όπως τα αρχαία λατομεία,  καθώς και θέσεις γεωλογικού ενδιαφέροντος, όπως τα σπήλαια, πολλά από τα οποία έχουν ανθρώπινη λατρευτική παρουσία. Η πυκνότητα των σχηματισμών αυτών, φυσικών και ανθρωπογενών στον Υμηττό, αξίζει ιδιαίτερης μνείας, αποτελεί ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του και ένα από τα σημαντικότερα ενδιαφέροντα των περιπατητών.

Στην ανατολική πλευρά του ορεινού όγκου, η φυσιογνωμία της περιοχής έχει υποστεί λιγότερες ανθρώπινες επεμβάσεις, και κατ΄ αυτό τον τρόπο διατηρούνται γεωργικά τοπία. Τα εναπομείναντα τοπία αγροτικών περιοχών στην Αττική, είναι ελάχιστα, και μειώνονται με γοργό ρυθμό. Ωστόσο τα στοιχεία που συνθέτουν ένα τέτοιο τοπίο, η κατοικία, τα χωράφια, την μορφή, τα όρια τους, η διάταξη τους που σχετίζεται με τεχνικές καλλιέργειας, εργαλεία, κλίμα κοινωνική οργάνωση κλπ, έχουν ένα ιδιαίτερο αισθητικό και ιστορικό ενδιαφέρον.

 

Β.8. Ιδιοκτησιακό καθεστώς

Το μεγαλύτερο μέρος του ορεινού όγκου καλύπτεται από Δημόσιες Δασικές εκτάσεις των οποίων η συνολική έκταση εκτιμάται στα 40.800 στρ. Κυρίως κατανέμονται στο βόρειο τμήμα του ορεινού όγκου και στα όρια των Δ. Αγ. Παρασκευής, Χολαργού, Παπάγου, Ζωγράφου, Καισαριανής, Βύρωνα και Παιανίας και εν μέρει των δήμων Γλυφάδας και Βάρης.

Πέραν τούτων, το δημόσιο κατά καιρούς έχει παραχωρήσει με αποφάσεις του τότε Υπ. Γεωργίας σε οργανισμούς ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, εκτάσεις για την δημιουργία κοινωφελών ή άλλων ειδικών χρήσεων και εγκαταστάσεων. 

Οι περισσότερες παραχωρήσεις εντοπίζονται στο βόρειο τμήμα του Υμηττού, μέσα στην ζώνες Α και  Β, τα στρατόπεδα Σπυρούδη και ΣΔΑΜ, τα Αμερικάνικα Κολλέγια Pearce και  Deree, το Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικών Ερευνών, ό Δημόκριτος, 1200 στρ. δασικής έκτασης περίπου του ΑΟΟΑ στην Περιοχή Παπάγου, καθώς και η Πανεπιστημιούπολη - Πολυτεχνειούπολη.

Στο νότιο τμήμα εντοπίζονται διάφορες παραχωρήσεις για στρατιωτική χρήση (στρατόπεδο Σακέτα, Σχολή Ευελπίδων).

 Στον κεντρικό και τον νότιο Υμηττό, στην περιοχή του Βύρωνα και στο Πυρναρί Γλυφάδας, υπάρχουν εκτάσεις για τις οποίες αμφισβητείται η κυριότητά τους. Κυρίως πρόκειται για δασικές εκτάσεις στην Γλυφάδα που διεκδικούνται από τρίτους (περίπου  13500  στρ.), καθώς και εκτάσεις στην περιοχή του Βύρωνα που διεκδικούνται από τον ΟΔΕΠ (2.100 στρ.). Νοτιότερα, δημόσιο δάσος στην περιοχή Γλυφάδας διεκδικείται από τρίτους (5.600 στρ.).

Η ανατολική πλευρά του Υμηττού καλύπτεται από δασικές και γεωργικές εκτάσεις, το δε μεγαλύτερο μέρος των τελευταίων συγκεντρώνεται στην περιοχή των Δήμων Κρωπίας και Παιανίας. Οι δασικές εκτάσεις του βόρειου τμήματος της πλευράς αυτής είναι δημόσιες. Στην περιοχή της Παιανίας το αγροδασόκτημα Καρελά (3.200 στρ.) διαχειρίζεται ως ιδιωτική έκταση.

Τέλος, νοτιότερα, στην περιοχή του Δ. Κρωπίας, υπάρχουν δημόσιες δασικές εκτάσεις (8.000 στρ)., δημόσιες δασικές εκτάσεις διακατεχόμενες από τον Δ. Κρωπίας (12.000 περίπου στρ.), καθώς και δημόσιες δασικές εκτάσεις που διακατέχονται από τον ΟΔΕΠ (5.500 στρ.).

Στο νοτιότερο τμήμα ο Υμηττός κλείνει με εκτάσεις που έχουν παραχωρηθεί από τον (τότε) Υπ. Γεωργίας προς τον ΣΑΑΚ Βάρης για γεωργική αποκατάσταση ακτημόνων (1.880 στρ.).

 

Β. 9. Χρήσεις γης

Β. 9.1. Οικιστική ανάπτυξη

Β.9.1.1. Οικισμοί

Ο Υμηττός μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, περιβάλλεται από μικρούς γεωργικού χαρακτήρα οικισμούς. Οι οικισμοί αυτοί είναι το Χαλάνδρι, το Λιόπεσι, το Κορωπί καθώς και τα κέντρα των μικρών γεωργικών εκμεταλλεύσεων (τσιφλικιών) της Βάρης, των Τραχώνων, του Καρά και της Κάντζας.

Οι οικισμοί της κοιλάδας των Μεσογείων (Παιανία και Κορωπί), με την μικρή πληθυσμιακή και οικιστική τους ανάπτυξη, δεν είχαν σημαντικές αρνητικές περιβαλλοντικές επιρροές στον ορεινό όγκο. Μόνο κατά το τελευταίο τέταρτο του 20ου αι., άρχισε η αναρρίχηση αυθαίρετης δόμησης στις περιοχές του βόρειου άκρου του Υμηττού.

Αντιθέτως, από την πλευρά του λεκανοπεδίου, η εξέλιξη είναι διαφορετική. Η πρώτη επαφή του οικιστικού συγκροτήματος της πρωτεύουσας με τον Υμηττό γίνεται στις περιοχές του Παγκρατίου (εντάξεις στο σχέδιο 1886 και 1893), του Νοσοκομείου Συγγρού (ένταξη στο σχέδιο 1900) και των Κουπονίων (εντάξεις στο σχέδιο 1906, 1907 και 1909). Τότε σχηματίζεται και το Άλσος Κουπονίων το σημερινό Άλσος Συγγρού. Ωστόσο, η επέκταση προς την πλευρά του ορεινού όγκου, δεν εξελίσσεται με έντονους ρυθμούς και στο γεγονός αυτό συμβάλλει, η σχετικά μικρή πληθυσμιακή ανάπτυξη της πρωτεύουσας, καθώς και η δημιουργία στην περιοχή στρατοπέδων και μεγάλων κοινωφελών ιδρυμάτων που αποτέλεσαν φραγμούς ανάπτυξης της οικιστικής εξάπλωσης προς την μεριά του ορεινού όγκου.

Μετά το 1920 η κατάσταση αυτή αλλάζει. Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, οι προσφυγικοί συνοικισμοί ξαπλώθηκαν σε όλο το Λεκανοπέδιο.  Στον Υμηττό, έχουμε τρεις σημαντικές εγκαταστάσεις, μία στη Καισαριανή (ένταξη στο σχέδιο πόλης 1923- με 1930), μια στο Βύρωνα (ένταξη στο σχέδιο πόλης το 1924) που αναρριχάται σημαντικά στους πρόποδες του ορεινού όγκου και μία στο Μπραχάμι (ένταξη στο σχέδιο πόλης 1926).

 

Την ίδια εποχή, υπάρχει πρώτη εγκατάσταση στην περιοχή των Τραχώνων, σε μια έκταση 300 στρ. αρχικής ιδιοκτησίας Γερουλάνου, που απαλλοτριώθηκε το 1827, τριανταεννέα οικογενειών προσφύγων από την Αργυρούπολη του Πόντου. Η ανάπτυξη ωστόσο του συνοικισμού,  ο οποίος θεωρείτο πολύ απομακρυσμένος από την Αθήνα την εποχή αυτή, πραγματοποιήθηκε στο τέλος της δεκαετίας του ΄40 και κυρίως μετά τον πόλεμο.

 

Β. 9.1.2. Κηπουπόλεις

α) Την ίδια εποχή, στις αρχές της δεκαετίας ‘20- ‘30, εμφανίστηκε το φαινόμενο των κηποπροαστίων σε όλη την περιφέρεια της πρωτεύουσας. Με θεσμικό πλαίσιο που προωθήθηκε τότε για να λυθεί το μεγάλο πρόβλημα της κατοικίας, λόγω της μεγάλης πληθυσμιακής αύξησης, δόθηκε δυνατότητα και κίνητρα σε ιδιώτες να δημιουργήσουν μεγάλους οικισμούς σε εκτός σχεδίου περιοχές.

Στην περιοχή του Υμηττού εμφανίζονται την εποχή αυτή τα εξής μεγάλα κηποπροάστια: Η Γλυφάδα το 1922,  η Ηλιούπολη το 1925, οι Τράχωνες (κάτω κτήμα Αργυρούπολης το 1926) και ο Χολαργός το 1928.  Τα προάστια  αυτά σχεδιάστηκαν με μεγάλους κοινόχρηστους χώρους και χώρους πρασίνου, είχαν οικοδομικούς κανονισμούς με περιορισμούς σε χρήση και σε δόμηση και χρησιμοποιήθηκαν στις πρώτες φάσεις ανάπτυξής τους σαν περιοχή Β΄ κατοικίας.

Γενικά η αύξηση του πληθυσμού των περιοχών βορείως της Καισαριανής και νοτίως του Βύρωνα και της Γούβας, συντελέσθηκε  κυρίως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο  Πόλεμο.

Στην περιοχή της Βούλας, έχουμε παράλληλη ανάπτυξη των φαινόμενων της εποχής, όπως αναφέρθηκαν παραπάνω. Το 1926 εγκρίνεται σε μία περιοχή 1.100 στρ. το σχέδιο του εξοχικού συνοικισμού Βούλα, που ακολουθεί τα πρότυπα της κηπούπολης. Το 1934 εγκρίνεται το σχέδιο του Οικοδομικού Συνεταιρισμού της Βούλας 405 στρ., που συνεχίζει σε μεγάλο βαθμό το σχέδιο της κηπούπολης. Την ίδια εποχή, στην Α. Βούλα, απαλλοτριώνονται εκτάσεις εκκλησιαστικής περιουσίας για την δημιουργία προσφυγικού συνοικισμού.

β) Αγ. Παρασκευή. Κατά τον 19ο αι., η Αγ. Παρασκευή, κατ΄ αρχάς κτήμα κατοίκων του Χαλανδρίου, αποτελούσε έναν εκτεταμένο ακατοίκητο πευκώνα, με εξαίρεση τα 4 χάνια των Μάρκου, Μπέλμπα, Βλάχου και Σέρτη που εξυπηρετούσαν τους διερχόμενους προς τα Μεσόγεια.

Ο πευκώνας του Υμηττού, έφτανε ως την λεωφόρο Μεσογείων μέχρι και  τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η περιοχή άρχισε να κατοικείται  μετά το 1900 (το πρώτο σπίτι που χτίστηκε ήταν του Παναγιώτη Δάβαρη το 1894), κυρίως από φυματικούς που κατέφευγαν στην περιοχή λόγω του υγιεινού της κλίματος. Μετά το 1960, βαθμιαία παύει να αποτελεί παραθεριστικό θέρετρο και γίνεται συνοικία με μόνιμους κατοίκους. Η επέκταση του οικισμού και εδώ, όπως και νοτιότερα, σταμάτησε διότι την ίδια εποχή, στις παρυφές του Υμηττού παραχωρήθηκαν εκτάσεις για την δημιουργία σχολείων και ιδρυμάτων.

γ) Ζωγράφου. Η αρχή της οικοδόμησης της περιοχής, ανάγεται στην μετά το 1920 εποχή. Ήδη από 1902 ιδιοκτήτης της περιοχής Ιωάννης Ζωγράφος, την μοιράζει σε μικρά οικόπεδα, και αρχίζει να την πουλάει μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Το 1930 έχει περίπου 100 σπίτια, με εικόνα οικισμού ανάλογου της Αγ. Παρασκευής, δηλ.  κηποπροαστίου.  Η πυκνή δόμηση αρχίζει μετά το 1960 και μάλιστα με πολυόροφα κτίρια.

 

 

 

 

Β. 9.1.3. Συνεταιρισμοί

Μετά το 1950 και προκειμένου να αντιμετωπιστεί η αλματώδης αύξηση του πληθυσμού της μεταπολεμικής πρωτεύουσας εμφανίζονται οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί. Στον Υμηττό, οι σημαντικότεροι από αυτούς είναι:

  • 1. Ο ΑΟΟΑ (Αυτόνομος Οικοδομικός Οργανισμός Αξιωματικών) στην περιοχή του Παπάγου. Σε θέση πρώην στρατοπέδου, συστάθηκε το 1950 ο ΑΟΟΑ, ο οποίος άρχισε να αναπτύσσεται μετά το 1954 - 55.
  • 2. Ο Συνεταιρισμός Πολιτικών Υπαλλήλων του (τότε) Υπ. Στρατιωτικών. Ο Συνεταιρισμός αυτός αγόρασε έκταση περίπου 420 στρ. στην θέση Πυρναρή της Γλυφάδας, η οποία τεμαχίστηκε σε 1250 περίπου οικόπεδα, που διενεμήθησαν στα μέλη του συνεταιρισμού. Το μεγάλο τμήμα της έκτασης αυτής, αποτελούμενο από 850 οικόπεδα, εντάχθηκε στο σχέδιο πόλης. Σήμερα παραμένουν εκτός σχεδίου 400 οικόπεδα, το 1/3 δηλ. της αρχικής εκτάσεως, τα οποία περιλαμβάνονται εντός των ζωνών προστασίας Α και Β του Υμηττού.
  • 3. Ο Συνεταιρισμός των Καφεπωλών. Ο συνεταιρισμός αυτός, αγόρασε έκταση 360 περίπου στρ. από το κτήμα Καραπάνου, στην περιοχή Τερψιθέας του Δ. Γλυφάδας, με σκοπό την ένταξή τους στο σχέδιο πόλης. Ωστόσο, έχοντας προβλήματα δασικού και ιδιοκτησιακού χαρακτήρα, παρέμεινε εκτός σχεδίου. Τμήμα της έκτασης του συνεταιρισμού περιελήφθη εντός των ορίων της Α και Β ζώνης του από 31.12 78 Π. Δ. προστασίας Υμηττού, ενώ το υπόλοιπο ενάχθηκε το 1993 στο σχέδιο πόλης ως Ζώνη Αστικού Αναδασμού, μετά την λήξη των δικαστικών αγώνων του Συνεταιρισμού.
  • 4. Ο Συνεταιρισμός Θυρωρών. Εντός της Α ζώνης προστασίας, στον Δ. Κρωπίας, ακριβώς κάτω από την κορυφή των ραντάρ, βρίσκεται ο Συνεταιρισμός Θυρωρών και Απασχολουμένων σε Εργασίες Μεγάρων Γραφείων και Πολυκατοικιών Αθηνών- Πειραιώς, που κατέχει έκταση 915 περίπου στρ. Η περιοχή είναι βραχώδης και απότομη, χαρακτηρισμένη ως δασική στα διαγράμματα και τους πίνακες του Υπ. Γεωργίας που διαθέτει η Υπηρεσία.

 

Β. 9.1 4. Εκτός σχεδίου αυθαίρετη δόμηση

Η αλματώδης αύξηση του πληθυσμού της πρωτεύουσας είχε σα συνέπεια την ραγδαία επέκτασή της, με σημαντικές επιπτώσεις στην οικιστική ανάπτυξη και στο τοπίο και φυσικό περιβάλλον της Αττικής. Η οικιστική ανάπτυξη αλλά και η προστασία του περιβάλλοντος αργότερα, δεν απετέλεσαν αντικείμενο έγκαιρου σχεδιασμού, με αποτέλεσμα την εκ των υστέρων παρέμβαση της πολιτείας προκειμένου να νομιμοποιήσει τετελεσμένα γεγονότα.

Έτσι, ακόμη και οι κηπουπόλεις οι οποίες ξεκίνησαν με τις καλύτερες προοπτικές, κατέληξαν σε πυκνοδομημένες περιοχές των οποίων οι κοινόχρηστοι και ελεύθεροι χώροι περιορίζονται ασταμάτητα, παρά την κινητοποίηση των φορέων της πολιτείας για την προστασία του περιβάλλοντος.

Κυρίως όμως αιχμή αυτού του προβλήματος υπήρξε, η επέκταση του οικιστικού ιστού με την αυθαίρετη δόμηση των εκτός σχεδίου περιοχών. Δυστυχώς ο Υμηττός απετέλεσε σημαντικό πεδίο αυτής της δραστηριότητας. Σήμερα ακόμη, μετά από 30 χρόνια ισχύς του Π. Δ/τος προστασίας,  η δραστηριότητα αυτή εξακολουθεί να αποτελεί το σημαντικότερό του πρόβλημα.

Συσπειρώσεις αυθαιρέτων εντοπίζονται τόσο στην δυτική πλευρά, όσο και στην ανατολική, όπου υπάρχουν νεότερα φαινόμενα:

  • 1. Αγ. Παρασκευή. Σε εκτός σχεδίου περιοχή που περιβάλλεται από τις οδούς Μεσογείων, Αδριανού Τρικάλων και Ηλιακοπούλου, και με πρόσωπο στην οδό Αδριανού που αποτελεί όριο του εγκεκριμένου σχεδίου, εντοπίζονται πολυκατοικίες που χτίστηκαν με άδειες της αρμόδιας πολεοδομίας.

Βάσει των προσκομισθέντων  από το Δήμο στοιχείων, η περιοχή δεν είναι δασική, και έχει παραχωρηθεί το 1926 και 1929 από το δημόσιο σε ακτήμονες. Παλαιότερα, με προϋπόθεση την εξαίρεση της περιοχής από τα όρια προστασίας του Υμηττού, είχε προταθεί η πολεοδόμησή της. Η Υπηρεσία για το τετράγωνο αυτό και το όμμορό του, είχε προτείνει την εξαίρεση από το όριο προστασίας, σε διάταξη σχεδίου Π. Δ., που κρίθηκε μη νόμιμη με το υπ΄ αριθμ. 67/1998 Πρακτικό του ΣτΕ.

Το εν λόγω τετράγωνο, εμπίπτει σε μια ευρύτερη εκτός σχεδίου έκταση 50 περίπου στρεμμάτων, μη δασικού χαρακτήρα, η οποία διαχωρίζεται πλέον από τον κυρίως ορεινό όγκο  με την περιφερειακή λεωφόρο Υμηττού. 

  • 2. Γλυφάδα. Στην περιοχή Ανάληψη εντός της Α και Β ζώνης προστασίας και στην περιοχή Γύρισμα Τερψιθέας εντός της Β ζώνης, έχουν αναπτυχθεί αυθαίρετες κατοικίες. Η περιοχή Ανάληψη, είναι δασική και δημόσια κατά το ήμισυ, όπως φαίνεται από τους αντίστοιχους πίνακες και διαγράμματα του Υπ. Γεωργίας που διαθέτει ο Οργανισμός Αθήνας. Η περιοχή Γύρισμα Τερψιθέας είναι μη δασική.
  • 3. Βάρη. Στην περιοχή Χέρωμα, έκταση 680 περίπου στρ., είναι δομημένη επί το πλείστον με αυθαίρετες κατοικίες Η περιοχή δεν είναι δασική και από ιδιοκτησιακής απόψεως είναι εποικιστική και αποτελεί τμήμα του αγροκτήματος Βάρης, σύμφωνα με το υπ΄ αριθμ. 93171/8097/10.2.89 έγγραφο της Δ/νσης Προστασίας Δασών και Δασικής Περιουσίας.

Η έκταση, αποτελείται από περίπου 890 αγροτεμάχια, στην πλειοψηφία τους μικρότερα των 500 τ.μ.

Κατά το παρελθόν, με προϋπόθεση την εξαίρεση της περιοχής από τα όρια προστασίας του Υμηττού, η Δ/νση Πολεοδομίας - Γρ. ΕΠΑ Πειραιά είχε εκπονήσει σχετική μελέτη πολεοδόμησής της.

Παράλληλα η Εκτελεστική Επιτροπή του Οργανισμού Αθήνας, ενέκρινε πρόταση τροποποίησης με την εξαίρεση της περιοχής.  Η εν λόγω εξαίρεση δεν προωθήθηκε καθότι κρίθηκε μη νόμιμη από το  Ε΄ Τμήμα του ΣτΕ (πρακτικό επεξεργασίας υπ΄ αριθμ. 67/1998).

  • 4. Κορωπί. Στην ανατολική πλευρά του Υμηττού, στην περιοχή του Κορωπίου, υπάρχουν τρεις πυρήνες συσπείρωσης αυθαιρέτων, που αναπτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια, η Σκάρπιζα και το Κίτσι στην Β ζώνη και ο Προφήτης Ηλίας στην Α ζώνη προστασίας. Σε παλαιότερη προσπάθεια τροποποίησης του ισχύοντος Π. Δ. προστασίας η Υπηρεσία είχε προτείνει την εξαίρεση των περιοχών από τα όρια αυτού, που κρίθηκε μη νόμιμη με το υπ΄ αριθμ. 67/1998 Πρακτικό του ΣτΕ.
  • 5. Παιανία. Στην περιοχή της Παιανίας, αναπτύχθηκαν περιοχές αυθαιρέτων στην θέση Πανόραμα, στην Β ζώνη προστασίας του Υμηττού.

Σε παλαιότερη προσπάθεια τροποποίησης του ισχύοντος Π. Δ. προστασίας η Υπηρεσία είχε προτείνει την εξαίρεση των περιοχών από τα όρια αυτού, που κρίθηκε μη νόμιμη με το υπ΄ αριθμ. 67/1998 Πρακτικό του ΣτΕ.

 

 

Β. 9. 2. Γεωργία

Σήμερα στην περιοχή των ζωνών προστασίας του Υμηττού, αποκλειστικά σχεδόν στην ανατολική πλευρά του και στα όρια των δήμων Παιανίας και Κορωπιού, περιλαμβάνονται αρκετές εκτάσεις αγροτικών καλλιεργειών.

Από παλαιότερα στοιχεία του (τότε) Υπ. Γεωργίας που διαθέτει η Υπηρεσία μας, οι εκτάσεις αυτές αναφέρονται κατά μέγα μέρος ως καλλιέργειες και αμπελώνες, ενώ σε πολύ μικρότερο ποσοστό υπάρχουν και οπωροφόρα (κυρίως ελαιώνες). Η εικόνα αυτή όμως έχει μερικώς αλλάξει λόγω των πιέσεων που ασκούνται για αστική ανάπτυξη.

Η πεδιάδα των Μεσογείων παρουσιάζει ραγδαία οικονομική και οικιστική ανάπτυξη μετά την λειτουργία σε αυτήν του Διεθνούς Αερολιμένα Ελ. Βενιζέλος. Προκειμένου να αποφευχθούν δυσάρεστες πολεοδομικές επιπτώσεις στην περιοχή και να προφυλαχθεί κατά το δυνατόν το περιβάλλον, θεσμοθετήθηκαν οι διατάξεις της ΖΟΕ Μεσογείων το 2003.

Το Π.Δ. προστασίας του Υμηττού, πολύ παλαιότερο, σε εποχή που δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν οι συνέπειες αυτής της ανάπτυξης, έδωσε την δυνατότητα ανέγερσης κάποιων αστικών χρήσεων στην Β ζώνη, εις βάρος κυρίως της γεωργικής χρήσης και του τοπίου. Θα πρέπει να παρθούν κατάλληλα μέτρα για να προστατευθεί κατά το δυνατόν από την αστική πίεση που ασκείται σήμερα, η μορφή του φυσικού τοπίου της περιοχής, σε συνδυασμό με την ενδεχόμενη διατήρηση της δυνατότητας εγκατάστασης μιας κατηγορίας κοινωφελών χρήσεων.

 

Β.9.3. Λατομεία

Η λατομική δραστηριότητα που αναπτύχθηκε στον Υμηττό υπήρξε ιδιαίτερα έντονη κατά τα μεταπολεμικά χρόνια. Το κέντρο λατόμευσης στην περιοχή του ορεινού όγκου από αρχαίων χρόνων, υπήρξε η περιοχή του Καρέα- Ν. Ελβετίας.

Σήμερα η λατομική δραστηριότητα από την πλευρά την ορατή του λεκανοπεδίου έχει σταματήσει το 1976.

Ο Οργανισμός Αθήνας, στα πλαίσια του προγράμματος της αποκατάστασης των ανενεργών λατομείων (Ν. 2742/79 άρθρο 25), προώθησε τις αναπλάσεις   σε ορισμένα από αυτά.

Διοικητικά ανήκουν στους δήμους Βάρης, Αργυρούπολης, Βούλας, Βύρωνα, Γλυφάδας, Καισαριανής, Γλ. Νερών, Παιανίας και Κρωπίας.

Τα λατομεία έτσι όπως κατανέμονται από νότο προς βορά, είναι τα εξής:

1. Περιοχής Κρεβατάκια Βάρης

2. Αιξωνή

3. Πρώην «Παπαμιχαήλ και ΣΙΑ»

4. Τερψιθέας Γλυφάδας

5. Πρώην «Βλάχου»

6. Νεκροταφείο Αργυρούπολης

7. Πρώην «Κιούση»

8. Τα λατομεία στο  Κακόρεμα Καρέα

9.Τα λατομεία της Νέας Ελβετίας

10. Το λατομείο πρώην «Μαμάη»

11. Το λατομείο πρώην «Καζακόπουλου»

12. Τα λατομεία των Γλυκών Νερών

13. Το λατομείο  «Λαμπρικά»

14- 15. Τα ενεργά λατομεία «Κυριακού» και «Τριάς- Εμπορολατομική»

Ο Οργανισμός Αθήνας έχει ολοκληρώσει την αποκατάσταση, στα πλαίσια του σχετικού προγράμματος, για τα λατομεία των Γλ. Νερών, του πρώην Πολύδωρα  και στα Λαμπρικά.

 

Β.9.4. Βιομηχανία

α. Στην περιοχή του Δ. Βύρωνα, εντός των ορίων της ζώνης Β υπάρχει η βιομηχανία παραγωγής σκυροδέματος «Εργάνη». Βρίσκεται σε συνέχεια των στρατοπέδων Σακέτα μέσα σε ρεματιά και χαμηλότερα  από τα λατομεία  Κακορέματος και πρώην Πολύδωρα, σε ευαίσθητη περιοχή που έχει δοκιμαστεί περιβαλλοντικά από τη χρήση αυτή.

β. Νοτίως του Κορωπίου, τμήμα της Βιομηχανικής Περιοχής που καθορίστηκε με το Π.Δ. 84/84 εισχωρεί στην ζώνη Β του Υμηττού. Η εν λόγω περιοχή περιλαμβάνεται με τα όρια αυτά στα σχεδιαγράμματα που συνοδεύουν το ΓΠΣ Κορωπιού και την ΖΟΕ Μεσογείων. Σήμερα το τμήμα αυτό είναι πυκνοδομημένο με βιομηχανικές εγκαταστάσεις.

 

Β. 9. 5. Στρατόπεδα

Μια άλλη κατηγορία που καταλαμβάνει σημαντική έκταση εδάφους είναι οι στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Συναντώνται σε πολλούς Δήμους της περιοχής  του Υμηττού (Αγ. Παρασκευή, Παπάγου, Ζωγράφου, Βύρωνα, Γλυφάδα, Βάρη).

Στην Α΄ ζώνη και στη κορυφογραμμή Εύζωνος νότια του πάρκου Κεραιών χωροθετείται στρατόπεδο έκτασης 210 στρ. στο χώρο του οποίου περιλαμβάνεται και εγκατάσταση ραντάρ.

Στην Αγ. Παρασκευή σε έκταση 340 στρ. χωροθετούνται 2 στρατόπεδα (στρατόπεδο Σπυρούδη και ΣΔΑΜ) βορειοδυτικά των Αμερικανικών κολλεγίων Pierce  και Deree.

Νοτιοδυτικά στο Δήμο Παπάγου, εντάσσονται σημαντικές εκτάσεις των παλαιών στρατοπέδων «Γουδή» που έχουν διαμορφωθεί σε Πάρκο Στρατού  και Αθλητικό Κέντρο.

Στο Δήμο Βύρωνα υπάρχουν 2 στρατόπεδα του στρατού και της αεροπορίας το ΣΑΚΕΤΑ 1 και 2, η σχολή Αξιωματικών Νοσηλευτικής, και το εμπορικό κέντρο των αξιωματικών. Η έκταση που καταλαμβάνεται υπολογίζεται στα 262 στρ.

Στη περιοχής Τερψιθέας υπάρχει το στρατόπεδο της αεροπορίας σε έκταση 600 περίπου στρ., ενώ στο Δήμο Βούλας και σε έκταση 72 στρ. κοντά στη περιοχή Πανοράματος Βούλας βρίσκεται επίσης στρατιωτική εγκατάσταση.

Τέλος στο Νότιο-Ανατολικό τμήμα του Ορεινού όγκου του Υμηττού και εντός των ορίων του Δ. Βάρης, βρίσκεται η εγκατάσταση της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων σε έκταση 690 στρ. περίπου ενώ βορειότερα χωροθετείται το πεδίο βολής έκτασης  48 στρ.

 

Β. 9.6. Νεκροταφεία

Στη δυτική πλευρά του Υμηττού, η γειτονία του αστικού συγκροτήματος δρομολόγησε την δημιουργία χώρων νεκροταφείων στις παρυφές του ορεινού όγκου. Όλοι οι δήμοι προσπάθησαν να εξασφαλίσουν χώρους εγκατάστασης ή μετεγκατάστασης των νεκροταφείων τους στις πλαγιές του Υμηττού. Έτσι στην Αγ. Παρασκευή, ο μικρός χώρος που χρησιμοποιείται σαν νεκροταφείο (20 στρ.) περιβάλλεται από τις εγκαταστάσεις του ερευνητικού κέντρου Δημόκριτος.

Νοτιότερα, το νεκροταφείο του Χολαργού, δίπλα στην διαδρομή της Αττικής Οδού, έχει ιδρυθεί πρόσφατα και μετά την ισχύ των διατάξεων προστασίας του ορεινού όγκου εντός της Α ζώνης.

Στην περιοχή του Δ. Παπάγου, αμέσως νοτιότερα του νεκροταφείου του Χολαργού, έχει δεσμευτεί έκταση για την εγκατάσταση του νεκροταφείου του δήμου. Η δέσμευση αυτή έγινε  πριν την έκδοση του Π. Δ. προστασίας του Υμηττού, βρίσκεται εντός της Α ζώνης και σήμερα χρησιμοποιείται τμήμα της (περίπου 15 στρ).

Το νεκροταφείο του Δ. Ζωγράφου, με  έκταση 10 περίπου στρ., εξυπηρετεί ανάγκες και άλλων δήμων. Περιβάλλεται από την Πανεπιστημιούπολη- Πολυτεχνειούπολη και βρίσκεται εντός της Β ζώνης προστασίας Υμηττού.

Το νεκροταφείο της Καισαριανής, απέναντι από το μοναστήρι του Αγ. Ιωάννου του Προδρόμου, και δίπλα από το μηχανοστάσιο του Δήμου, εντός των ορίων της Β΄ ζώνης, είναι ανάλογης έκτασης με τις πληθυσμιακές ανάγκες του Δήμου (περίπου 30 στρ.) και εντάσσεται αρμονικά στο φυσικό περιβάλλον.

Το νεκροταφείο του Βύρωνα, βρίσκεται πλησίον παλιού λατομείου, πολύ κοντά στην περιφερειακή λεωφόρο Υμηττού, εντός των ορίων της Β΄ ζώνης και έχει έκταση 65 περίπου στρ..

Το νεκροταφείο της Αργυρούπολης, μικρής έκτασης ( 22 περίπου στρ.), έχει εγκατασταθεί στο χώρο παλιότερου λατομείου, κοντά στα όρια του Δ. Γλυφάδας.

Στην περιοχή του Δ. Γλυφάδας, το νεκροταφείο βρίσκεται εκτός ορίων προστασίας του ορεινού όγκου, ωστόσο πάγιο αίτημα του Δήμου είναι η δημιουργία μεγάλης εγκατάστασης εντός των ορίων της Α ζώνης στην περιοχή του στρατοπέδου αεροπορίας.

Το νεκροταφείο της Βούλας βρίσκεται στην θέση Κρεβατάκια του ορεινού όγκου εντός των ορίων της Α ζώνης προστασίας του Υμηττού έχει δημιουργηθεί πρόσφατα, μετά την ισχύ του Π. Δ/τος σε χώρο 30 περίπου στρ..

Το νεκροταφείο στα Γλυκά Νερά, βρίσκεται εντός των ορίων της Β ζώνης προστασίας, σε χώρο 22 περίπου στρ., σε παλαιότερο λατομείο, δίπλα σε αθλητική εγκατάσταση.

Το νεκροταφείο στην Παιανία, βρίσκεται εντός των ορίων της Β ζώνης προστασίας, κοντά σε παλαιότερο λατομείο.

Η σχετική κοινωφελής χρήση, δεν προβλέπεται στις διατάξεις του από 31.8 78 Π. Δ. περί προστασίας Υμηττού. Παρά την επιφύλαξη για τον κίνδυνο δημιουργίας στις παρυφές του Υμηττού μια εκτεταμένης νεκρόπολης, κρίνεται ότι υπό προϋποθέσεις, η εγκατάσταση νεκροταφείων στην Β΄ ζώνη προστασίας του Υμηττού δεν έρχεται σε αντίθεση με τον χαρακτήρα της αναψυχής και του περιπάτου που οφείλει να έχει ο ορεινός όγκος.

Πρέπει να υπογραμμίσουμε ωστόσο, ότι στα συμπεράσματα παλιότερης μελέτης που είχε εκπονηθεί από τον Οργανισμό της Αθήνας υπάρχει η εκτίμηση, ότι οι υφιστάμενοι σήμερα χώροι νεκροταφείων που βρίσκονται στην περιοχή του λεκανοπεδίου, είναι απόλυτα επαρκείς, λαμβάνοντας υπ΄ όψη τα διεθνή πρότυπα (.0,5 τμ. νεκροταφείου/ κάτοικο).

 

Β. 9. 7. Χρήσεις πολιτισμού- αθλητισμού

Οι οργανωμένοι χώροι πολιτιστικών δραστηριοτήτων στην περιοχή του Υμηττού είναι πολύ λίγοι και βρίσκονται κυρίως στην περιοχή των πρώην λατομείων της Ν. Ελβετίας στον Βύρωνα και στο μικρό λατομείο της Αιξωνής στην Γλυφάδα. Ωστόσο, σε αρκετές περιοχές της Β ή και της Α ζώνης προστασίας, πραγματοποιούνται υπαίθριες πολιτιστικές εκδηλώσεις (Ηλιούπολη).

Οι υπαίθριες πολιτιστικές χρήσεις μικρής κλίμακας, κρίνονται συμβατές με την αναψυχή αλλά και τον χαρακτήρα του βουνού. Πρέπει ωστόσο να χωροθετούνται μετά από σχεδιασμό ώστε να ελέγχεται ο αριθμός τους, τυχόν αυθαιρεσίες (τόσο από πλευράς χρήσης όσο και από πλευράς μεγέθους εγκατάστασης), καθώς και οι επιπτώσεις στο περιβάλλον.

Οι αθλητικές εγκαταστάσεις στον Υμηττό είναι περισσότερες και είναι κυρίως γήπεδα ποδοσφαίρου, μπάσκετ, και τέννις κατανεμημένες κυρίως στην δυτική πλευρά του ορεινού όγκου, στην Β ζώνη προστασίας. Η χρήση κρίνεται συμβατή με τον χαρακτήρα του ορεινού όγκου, με την προϋπόθεση ότι είναι περιορισμένης έκτασης, δεν γίνονται αλλαγές στο φυσικό ανάγλυφο και δεν συνοδεύεται από άλλες χρήσεις.

Πλην των γηπέδων υπάρχουν και δύο αθλητικές εγκαταστάσεις διαφορετικού χαρακτήρα μια στην ανατολική και μία στην δυτική πλευρά του Υμηττού.

Πρόκειται για τις εγκαταστάσεις του Σκοπευτηρίου στην περιοχή του Βύρωνα, που κατασκευάστηκε για τους Μεσογειακούς Αγώνες του 1991. Σήμερα βρίσκεται σε κακή κατάσταση όπως επίσης και το γειτονικό αναψυκτήριο που είχε κτιστεί για την εξυπηρέτησή του. Σύμφωνα με πληροφορίες πρόκειται να επισκευαστεί από την Σκοπευτική Ομοσπονδία.

Στην ανατολική πλευρά του Υμηττού στην περιοχή Κίτσι, εντός των ορίων της Β ζώνης του Υμηττού αλλά και εντός ορίων αρχαιολογικού χώρου, βρίσκεται μικρή πίστα αυτοκινητιδίων (go cart), η οποία έχει ζητήσει στο παρελθόν την νομιμοποίηση της χωροθέτησής της και την αναβάθμισή της. Η Υπηρεσία έκρινε τότε ότι η εν λόγω εγκατάσταση μηχανοκίνητου αθλητισμού δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου.

 

Β. 9.8. Δασικές χρήσεις

Β. 9.8.1. Αναψυχή

Η αναψυχή, λόγω της άμεσης επαφής του ορεινού όγκου με το λεκανοπέδιο, απετέλεσε παλιότερα μία από τις σημαντικότερες χρήσεις του Υμηττού. Με την μορφή εκδρομών, επισκέψεων σε γιορταστικές μέρες (κούλουμα κλπ), σχολικών εκδρομών ή και απλού περιπάτου.

Η οργάνωση στην περιοχή την πλησιέστερη προς την αναπτυσσόμενη τότε πρωτεύουσα, του αισθητικού δάσους της Καισαριανής το 1900, είχε σαν στόχο να εξυπηρετήσει τις ανάγκες αυτές.

Στην πάροδο του χρόνου, δημιουργήθηκαν αρκετοί επιπλέον οργανωμένοι χώροι αναψυχής, του Καρέα στον Βύρωνα, στον Δήμο Αργυρούπολης, στην Αγ. Παρασκευή, στου Παπάγου, στον Χολαργό και στην Ηλιούπολη. Σήμερα πλέον, η αναψυχή αποτελεί τη σημαντικότερη δραστηριότητα που αναπτύσσεται στο βουνό. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Υμηττός περιβάλλεται από ιδιαίτερα πυκνοδομημένες περιοχές, με μικρές εκτάσεις πρασίνου και κατοίκους με ιδιαίτερες ανάγκες αναψυχής και επαφής με την φύση, προκειμένου να εκτονώσουν και να ανακουφίσουν την μεγάλη πίεση από το στρες της πόλης στο ανοιχτό φυσικό περιβάλλον του ορεινού όγκου.

Κυρίως τον χαρακτήρα αυτό έχουν οι περιοχές του βόρειου Υμηττού, λόγω της υψηλής δασικής βλάστησης, ενώ ο νότιος Υμηττός, που δεν είναι δασωμένος σε ανάλογο βαθμό και βρίσκεται σε απόσταση από το κέντρο της Αθήνας, δεν έχει και τις ανάλογες δραστηριότητες.

 

Β.9.8.2.  Μελισσοκομία

Η μελισσοκομία είναι αρκετά διαδεδομένη χρήση τόσο στη ζώνη Β αλλά κυρίως στη ζώνη Α προστασίας του Υμηττού.

Στη δυτική πλευρά η χρήση αναπτύσσεται στα διοικητικά όρια όλων των Δήμων και ιδίως του Βύρωνα, εκτός του αισθητικού δάσους Καισαριανής επειδή απαγορεύεται με διάταξη του Δασαρχείου Πεντέλης.

Στο ανατολικό τμήμα οργανώνεται κυρίως στους πρόποδες του ορεινού όγκου και ιδίως στην περιοχή του Κορωπίου.

Οι κυψέλες αυτές μετακινούνται συνήθως εντός του Υμηττού ενώ ο μέγιστος αριθμός τους εμφανίζεται κυρίως κατά τους μήνες Ιούνιο-Αύγουστο, όταν είναι ανθισμένο το θυμάρι, το κύριο και φημισμένο φυτό του Υμηττού που δημιουργεί την καλύτερη ποιότητα μελιού.

Η μελισσοκομία είναι μια ήπιας μορφής χρήση γης, παραδοσιακή και στενά συνυφασμένη με την ιστορία και την οικολογία του Υμηττού, η οποία θα πρέπει να προστατευθεί αν όχι να επεκταθεί.

 

Πρόκειται για ευεργετική για το περιβάλλον δραστηριότητα λόγω του ότι οι μέλισσες συμβάλλουν στη γονιμοποίηση των ανθέων και στη διατήρηση της βιοποικιλότητας. Αλλά και οι ίδιες οι κυψέλες είναι χαρακτηριστικό και παραδοσιακό στοιχείο του Υμηττού, πλήρως συμβατές με το τοπίο ενώ το προϊόν της έχει τύχει διεθνούς αναγνώρισης και έχει καταχωρηθεί ως τοπικό αναγνωρίσιμο προϊόν (προϊόν τοπικής προέλευσης).

 

Β.9.9. Κτηνοτροφία

Στην δυτική πλευρά του ορεινού όγκου η κτηνοτροφία αποτελεί ουσιαστικά απαγορευμένη χρήση μετά το 1934, οπότε η περιοχή του λεκανοπεδίου της Αττικής κηρύχθηκε αναδασωτέα με την υπ΄ αριθμ. 108424/13.9.34 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας (ΦΕΚ 133 Β/34). Παρά το γεγονός ότι οι απαγορευτικές διατάξεις πύκνωσαν ιδίως μετά το 1970, υπάρχει ακόμη μικρή

Κτηνοτροφική δραστηριότητα με την ποιμενική της μορφή,  στην περιοχή της Γλυφάδας. Στην ανατολική πλευρά του Υμηττού, υπάρχει αναπτυγμένη κτηνοτροφική δραστηριότητα ειδικά στις εκτάσεις του Δήμου Κορωπίου.

 

Β.9. 10. Εκπαίδευση

Μεγάλη έκταση της περιοχής του Υμηττού καταλαμβάνεται από εγκαταστάσεις αποκλειστικά κοινωφελούς λειτουργίας σύμφωνα με το από 31.8.78 ΠΔ, ιδίως χρήσεων εκπαίδευσης, οι οποίες συγκεντρώνονται στη ζώνη Β του βουνού.

Στην Αγ. Παρασκευή, εντοπίζεται η εγκατάσταση των αμερικανικών κολλεγίων Pierce και Deree που καταλαμβάνει έκταση 11 στρ. περίπου και που διαχωρίζεται Νότια από τις εκτάσεις ΕΘΙΑΓΕ από έναν μικρό χώρο αναψυχής και το Δημοτικό Γυμναστήριο Αγ. Παρασκευής ενώ βόρεια, με το δρόμο που οδηγεί στο μοναστήρι του Αγ. Ιωάννη Κυνηγού.

Στο Δήμο Ζωγράφου το σύνολο σχεδόν της έκτασης της Ζώνης καταλαμβάνεται από τις εγκαταστάσεις Πολυτεχνειούπολης και Πανεπιστημιούπολης με 2265 περίπου στρ.

Ο χώρος της Πανεπιστημιούπολης Αθηνών και οι όροι και περιορισμοί δόμησης του εγκρίθηκαν με Π. Δ/γματα (ΦΕΚ, 126 Δ/68 και ΦΕΚ 568 Δ/80). Μετά τη διάνοιξη των οδών Αλίμου - Καρέα (περιφερειακή Υμηττού) και Κατεχάκη που ανήκουν στο βασικό οδικό Δίκτυο Λεκανοπεδίου Αθηνών επήλθαν αλλαγές στο αρχικό εγκεκριμένο διάγραμμα του χώρου αυτού.

Ειδικότερα η Πανεπιστημιούπολη χωροθετείται Νότια-Ανατολικά του Νεκροταφείου Ζωγράφου και εκτείνεται γραμμικά ανάμεσα στα οικιστικά συγκροτήματα Ζωγράφου και Καισαριανής έως το Άλσος Ιλισίων όπου  σε επαφή  με την οδό Ο. Πάλμε βρίσκεται η Εστία του Πανεπιστημίου.

Βόρεια-Βορειοανατολικά του Νεκροταφείου Ζωγράφου βρίσκεται αντίστοιχα ο χώρος της Πολυτεχνειούπολης που οριοθετείται από την Λ. Κατεχάκη, την Λ. Κοκκινοπούλου (διαχωρίζει τις εγκαταστάσεις από τα στρατόπεδα και το Αθλητικό Κέντρο Γουδίου -Πάρκο Στρατού) και την οδό Ηρώων Πολυτεχνείου.

Βόρεια της Σχολής Ευελπίδων  και του οικισμού Σκάρπιζα βρίσκεται το Κολλέγιο  St. Laurence και ακόμη βορειότερα σε εκτάσεις 60 και 80 στρεμ. περίπου χωροθετούνται τα Εκπαιδευτήρια Καίσαρη και Γείτονα αντίστοιχα. Μέρος των εγκαταστάσεων των εκπαιδευτηρίων Γείτονα εισέρχεται στην ζώνη Α΄ του ορεινού όγκου του Υμηττού.

Ανάμεσα στις εκτάσεις των δύο παραπάνω εκπαιδευτηρίων εντάσσονται οι εγκαταστάσεις του παιδικού Σταθμού   Prince Allen School. Ο περιβάλλον χώρος έχει έκταση 7 στρ. περίπου και αποτελεί συνδυασμό διαμορφωμένων χώρων πρασίνου και παιδότοπου.

Στη δυτική πλευρά του Υμηττού συναντώνται εγκαταστάσεις εκπαίδευσης τοπικής εμβέλειας που καταλαμβάνουν πολύ μικρότερη έκταση από τις προηγούμενες.

Συγκεκριμένα στο Δήμο Καισαριανής έχουν χωροθετηθεί σχολεία που περιβάλλουν το Άλσος Σκοπευτηρίου ανατολικά (Κέντρο Νεότητας) και δυτικά (3ο και 6ο Δημοτικό Σχολείο και 1ο και 2ο Γυμνάσιο-Λύκειο) με έκταση  15 στρ. και 13στρ. περίπου αντίστοιχα. 

Στο Δήμο Βύρωνα βόρεια του Θεάτρου Βράχων βρίσκεται το 5ο και 11ο Δημοτικό Σχολείο και το 3ο και  4ο Γυμνάσιο-Λύκειο σε έκταση 25 στρ. ενώ ανατολικά του Αθλητικού κέντρου Αγ. Μαρίνας χωροθετούνται  το 9ο και 16ο Δημοτικό Σχολείο καθώς και το Γυμνάσιο -Λύκειο σε έκταση 11 στρ.

Στο Δήμο Ηλιούπολης εντός της ζώνης Β΄ έχουν επίσης χωροθετηθεί εγκαταστάσεις εκπαίδευσης  σε έκταση 30 στρ. (8ο Δημοτικό Σχολείο Ηλιούπολης και 2ο Γυμνάσιο Ηλιούπολης) βόρεια του Αθλητικού Κέντρου Πανοράματος Ηλιούπολης   και 18 στρ. περίπου (3ο Ενιαίο Λύκειο) βόρεια του Δημοτικού Γηπέδου Ηλιούπολης.

 

Β. 9. 11. Ιδρύματα

Στην κατηγορία των κτηρίων προς εξυπηρέτηση «ευαγών σκοπών» εντάσσονται εγκαταστάσεις που  σχετίζονται με την έρευνα και έχουν υπερτοπικό χαρακτήρα.

Στην Αγ. Παρασκευή σε μία έκταση  600 στρ. βρίσκονται οι κτηριακές εγκαταστάσεις του κέντρου ΕΚΕΦΕ (Εθνικού Κέντρου Έρευνας Φυσικών Επιστημών) «Δημόκριτος». Οι κτηριακές εγκαταστάσεις του κέντρου καλύπτουν μία έκταση 35 στρ.

Βόρεια γειτνιάζει με τις εγκαταστάσεις του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Έρευνας του Υπ. Γεωργίας (ΕΘΙΑΓΕ) που περιβάλλεται από το Δημοτικό Γυμναστήριο   Αγ. Παρασκευής και τις εγκαταστάσεις των Αμερικανικών κολλεγίων Pierce και Deree.

 

Β. 9.12. Τεχνικές Υποδομές

Β. 9.12.1. Οδικό Δίκτυο

Πρωτεύον Δίκτυο

Στο Δυτική Πλευρά του Υμηττού, το πρωτεύον υπερτοπικό δίκτυο αποτελείται από τμήμα της  Αττικής οδού και τη Δυτική Περιφερειακή Λεωφόρος Υμηττού (ΔΠΛΥ). Επιτυγχάνεται έτσι η ταχεία σύνδεση όλων των Ανατολικών και Βορειανατολικών Προαστίων (Ζωγράφου, Ιλίσια, Βύρωνας, Καισαριανή, Παπάγου, Χολαργός, Αγ. Παρασκευή) και των Νοτιανατολικών Προαστίων (Ηλιούπολη, Αργυρούπολη, Ελληνικό) µε το Αεροδρόµιο και την Εθνική Οδό Αθηνών Λαµίας. Στο µεγαλύτερο µήκος της Περιφερειακής Υµηττού υπάρχουν τρεις (3) λωρίδες ανά κατεύθυνση, ενώ υπάρχει συχνή εναλλαγή µεταξύ ανοικτών και κλειστών τµηµάτων (σήραγγες) ώστε να μειωθούν οι επιπτώσεις στο περιβάλλον.

Στη ΔΠΛΥ διανοίχτηκαν συνολικά 28 σήραγγες και cut & cover με συνολικό μήκος 7,5 χλμ., ενώ κατασκευάστηκαν ειδικά ηχοπετάσματα προστασίας σε μήκος 2.000 μέτρων. Η λειτουργία της έχει  ανακουφίσει σε μεγάλο βαθμό τη Μεσογείων, αλλά έχει  επιβαρύνει το τοπικό δίκτυο στους Δήμους Παπάγου, Χολαργού και Αγίας Παρασκευής, καθώς και στην περιφερειακή λεωφόρο Καρέα.

Δευτερεύον Δίκτυο

Κάποιοι από τους σημερινούς ασφαλτοστρωμένους δρόμους είχαν διανοιχτεί ως δασικοί. Λόγοι προσβασιμότητας σε συγκεκριμένα σημεία, αλλά και η ανάγκη για συντήρηση, τους έχουν μετατρέψει πλέον σε βασικούς οδικούς άξονες. Τέτοιος είναι ο δρόμος που συνδέει την Αγία Παρασκευή (στο ύψος του Αγ. Ιωάννη του Κυνηγού) με το Νεκροταφείο Παπάγου - Χολαργού, τον Καρέα, τα Αστυνομικά και την Αργυρούπολη. Ασφαλτοστρωμένοι επίσης είναι οι οδικοί άξονες Καισαριανή- Μονή Καισαριανής- Καλοπούλα- Μονή Αστερίου- Κεραίες ΟΤΕ- Ραντάρ Αεροπορίας και Πανόραμα- Νεκροταφείο Βούλας- Κεραίες Αεροπορίας (Βούλας).

Επίσης δρόμοι έχουν διανοιχτεί στο νότιο και νοτιοανατολικό τμήμα του ορεινού όγκου, λόγω των οικιστικών επεκτάσεων αλλά και των διάσπαρτων και ποικίλων λειτουργιών που εγκαταστάθηκαν (παρανόμως) εκεί.

Δασικοί Δρόμοι-Μονοπάτια

Ο ορεινός όγκος του Υμηττού  έχει ένα πυκνό δίκτυο δασικών δρόμων, το συνολικό μήκος του οποίου ανέρχεται στα 150 χλμ. ΟΙ δρόμοι αυτοί διανοίχτηκαν από τη Δ/νση Αναδασώσεων Αττικής τη δεκαετία 1977-1987, με κύριο σκοπό τη διευκόλυνση των αναδασωτικών εργασιών στα βουνά. Είναι στην συντριπτική τους πλειοψηφία Γ κατηγορίας Δασικοί δρόμοι , δηλ. με στενό οδόστρωμα (4-5 μ.), μεγάλες κατά μήκος κλίσεις και χωρίς τεχνικά έργα. Λόγω έλλειψης έργων συντήρησης και εξαιτίας των διαβρώσεων, έχουν καταστεί αδιάβατοι, πράγμα που δυσχεραίνει το έργο της πυρόσβεσης.

Ταυτόχρονα σ΄ όλο τον όγκο του Υμηττού υφίσταται δίκτυο με μονοπάτια, που οδηγούν στα τοπόσημα και τα σημεία υπερτοπικού ενδιαφέροντος του βουνού (σπήλαια, Μοναστήρια κλπ), με πιο πυκνά αυτά στο Αισθητικό Δάσος της Καισαριανής.

 

Β.9.12.2.  Δίκτυο και εγκαταστάσεις της ΔΕΗ

α. Υφιστάμενες εγκαταστάσεις της ΔΕΗ

Με τον Ν.2516/97 (ΦΕΚ 159/Α/97) «Ίδρυση και λειτουργία βιομηχανικών και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων και άλλες διατάξεις» και ειδικότερα με το άρθρο 24 αυτού, καθορίζεται ότι «εντός της Β Ζώνης προστασίας του Υμηττού σε γήπεδο εντός των διοικητικών ορίων των Δ. Αργυρούπολης και Ηλιούπολης, επιτρέπεται η κατασκευή Κέντρου Υψηλής Τάσης Αργυρούπολης της Δ.Ε.Η. Επίσης, εντός των ορίων Ζωνών προστασίας του Υμηττού, επιτρέπεται η διέλευση των απολύτως απαραίτητων γραμμών μεταφοράς υψηλής τάσης ηλεκτρικού ρεύματος».

Με το άρθρο 3 παρ. 4 του  Ν. 2947/2001, περί θεμάτων ολυμπιακής φιλοξενίας, έργων ολυμπιακής υποδομής κ.α. διατάξεις, χωροθετήθηκαν έργα ηλεκτροδότησης της πρωτεύουσας μεταξύ των οποίων και το Κέντρο Υψηλής Τάσης 400/150 Αργυρούπολης, σε γήπεδο της ΔΕΗ όπου λειτουργούσε Κέντρο Υψηλής Τάσης 150/20 ΚV.

Με την υπ΄ αριθμ. 8800/27.2.03 απόφαση Υφυπουργού ΠΕΧΩΔΕ καθορίστηκαν οι σχετικοί όροι και περιορισμοί δόμησης του Κέντρου αυτού.

Το 2005, το ΣΤΕ (αποφάσεις υπ΄ αριθμ. 1673 και 1678/2005) έκανε δεκτές προσφυγές για ακύρωση της ΚΥΑ 115990/12.11.98 (με την οποία εγκρίθηκαν οι Περιβαλλοντικοί Όροι για το έργο επέκτασης του Κέντρου Υπερυψηλής Τάσης (ΚΥΤ) 400/150 KV Αργυρούπολης), ενώ το Διοικητικό Εφετείο Αθήνας ακύρωσε την με αρ. 14803/28.4.04 απόφαση ΥΠΕΧΩΔΕ  για αναθεώρηση της άδειας ανέγερσης.

Άλλες εγκαταστάσεις της ΔΕΗ στον Υμηττό υπάρχουν στη περιοχή των Δήμων Γλυφάδας, Βάρης, Γλυκών Νερών.

β. Γραμμές μεταφοράς ρεύματος

Τον δασικό χώρο του Υμηττού διασχίζουν δύο γραμμές μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος Υψηλής Τάσης (150 kv): Η γραμμή μεταφοράς Παλλήνης - Αργυρούπολης και η γραμμή Λαυρίου - Αργυρούπολης. Η πρώτη υφίσταται εδώ και αρκετές δεκαετίες, η δεύτερη κατασκευάστηκε το 2003.

Β.9.12.3. Δίκτυο Ύδρευσης

Στον Υμηττό δεν υπάρχουν πηγές οι οποίες θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για αρδεύσεις. Από την έναρξη των αναδασωτικών προσπαθειών από την Φιλοδασική Ένωση Αθηνών με το τέλος του Β Παγκόσμιου πολέμου, το θέμα της άρδευσης των δενδρυλλίων αντιμετωπίστηκε με μεταφορά νερού με βυτιοφόρα οχήματα. Κατασκευάστηκαν τρεις δεξαμενές νερού (μια στους Κουταλάδες Καισαριανής και δύο στα Γούπατα- σήμερα εκεί υπάρχει ο δρόμος που οδηγεί σε ΟΤΕ και ραντάρ), οι οποίες γέμιζαν με βυτία και χρησιμοποιούνταν για άρδευση και πυρόσβεση. Στα 1983, η δασική Υπηρεσία προμηθεύτηκε πολυεστερικές δεξαμενές και τις τοποθέτησε κατά μήκος των δασικών δρόμων. Στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 ο Δ. Αργυρούπολης κατασκεύασε δίκτυο μεταλλικών δεξαμενών συνδεδεμένων με γεώτρηση του Δήμου, προκειμένου να λειτουργήσει ως δίκτυο πυρόσβεσης. Στις μεγάλες πυρκαγιές του 1995, δυστυχώς το δίκτυο αυτό αποδείχτηκε ανεπαρκές.

Έκτοτε, έχουν γίνει κάποια έργα σχετικά με την ανεύρεση νερού στην περιοχή:

Η Φιλοδασική Ένωση Αθηνών κατασκεύασε δύο υδατοδεξαμενές στο Αισθητικό Δάσος Καισαριανής για αν καλύψει τις ανάγκες σε νερό άρδευσης και να συμβάλλει στην πυρόσβεση

Ο Δ. Βύρωνα συνέταξε μελέτες επέκτασης του δικτύου αξιοποίησης των υδάτινων πόρων και προχώρησε σε νέες γεωτρήσεις κλπ. ενώ ο  Δ. Καισαριανής προχώρησε στην ανόρυξη δύο γεωτρήσεων

 

Β.9.12.4.  Πυρασφάλεια

α. Πυροφυλάκια - Αντιπυρική προστασία

Κάποιοι δήμοι δημιούργησαν ένα δίκτυο Εθελοντικών ομάδων για αποτελεσματικότερη επικοινωνία και συνεργασία μεταξύ τους. Έτσι:

Η Καισαριανή, διαθέτει μία από τις πιο δυναμικές ομάδες Εθελοντικής Δασοπροστασίας που ξεκίνησε από το καλοκαίρι του 1985, με έδρα το πυροφυλάκιο «Δημ. Καραμολέγκος» (στο δρόμο για το Μοναστήρι Καισαριανής), η οποία είναι υπεύθυνη για τα παρατηρητήρια: Μονή Αστερίου, Κυρα-Λένη, 3ο Πλάτωμα, Σκοπευτήριο, Μονή Ταξιαρχών.

Ο Βύρωνας διαθέτει την εθελοντική ομάδα δασοπροστασίας Δ. Βύρωνα και εποπτεύει τα παρατηρητήρια  Πανουριά (Καρέας) και Αράπης.

Η Ηλιούπολη διαθέτει την εθελοντική ομάδα δασοπροστασίας Δ. Ηλιούπολης, και δραστηριοποιείται στα παρατηρητήρια: H3-Αγία Μαύρα, Άγιοι Ανάργυροι, Υπερίδου.

Τέλος, η Φιλοδασική Ένωση Αθηνών (ΦΕΑ) κατασκεύασε δύο υδατοδεξαμενές και δύο ξύλινα παρατηρητήρια- πυροφυλάκια στο Αισθητικό δάσος Καισαριανής, και έχει συντάξει μελέτη αντιπυρικής προστασίας του Αισθητικού Δάσους.

β. Φορείς που ασχολούνται με την πυρασφάλεια 

Μέχρι το 1998 την ευθύνη της προστασίας από πυρκαγιές στον Υμηττό, είχε το Δασαρχείο Πεντέλης, μετά την ημερομηνία αυτή η αρμοδιότητα περιήλθε στην Πυροσβεστική Υπηρεσία.

Εκτός όμως από τους παραπάνω κρατικούς φορείς τα τελευταία χρόνια, έχουν δημιουργηθεί από τους οικείους Δήμους, Εθελοντικές Ομάδες Δασοπυρόσβεσης, οι οποίες (συνεπικουρούμενες από τους Δήμους) προσφέρουν ουσιαστικές υπηρεσίες στην προστασία του δασικού οικοσυστήματος του Υμηττού.

Ο Σύνδεσμος Προστασίας Ανάπτυξης Υμηττού (ΣΠΑΥ) ιδρύθηκε το 1992 (ΦΕΚ 3382/13.02.1992), με σκοπό την προστασία του δάσους του Υμηττού από φυσικές και ανθρωπογενείς αιτίες και μέλη τους δήμους που περιβάλλουν τον Υμηττό. Οι Δράσεις του Περιλαμβάνουν αναδασώσεις αποκαταστάσεις δασικών δρόμων, αποκομιδή μπαζών, εργασίες συντήρησης στα πυροφυλάκια, δεντροφυτευσεις κλπ

Τέλος, η  Φιλοδασική Ένωση Αθηνών  είναι φορέας του Αισθητικού Δάσους Καισαριανής και λαμβάνει γενικότερα μέτρα για την αντιπυρική προστασία αυτής της περιοχής.

 

Β.9.12.5.  Κεραίες Τηλεπικοινωνίας

Στην κορυφή του ορεινού όγκου, είναι εγκατεστημένα τα Radars της Αεροπορίας και λίγο βορειότερα ο σταθμός του ΟΤΕ.

Έως το 1989 υπήρχαν επίσης μόνο οι κεραίες των τηλεοπτικών σταθμών της ΕΤ1 και της ΕΤ2.

Tο «δάσος κεραιών», (κοντά στην κορυφή Εύζωνας), με κεραίες ραδιοτηλεπικοινωνίας  δημιουργήθηκε αυθαίρετα, μαζί με την θέσπιση της ιδιωτικής τηλεόρασης. Ο νόμος Ν.2644/1998, ορίζει ότι οι τηλεοπτικοί σταθμοί περιφερειακής και τοπικής εμβέλειας που λειτουργούσαν κατά την 24η Μαρτίου 1998 και είχαν υποβάλει εμπροθέσμως αίτηση για χορήγηση άδειας, θεωρούνται ως νομίμως λειτουργούντες μέχρι την επόμενη αίτηση αδειοδότησης.

Αρχές του 2001, ενόψει της λειτουργίας του νέου αεροδρομίου, η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ), για λόγους ασφαλείας, ζητά το ξήλωμα όλων των κεραιών από τον Υμηττό και  τη μεταφορά των κεραιών (ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών) στο ειδικό πάρκο που θεσμοθετήθηκε στην περιοχή Αέρας της Πάρνηθας. Όμως η μεταφορά δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ με αποτέλεσμα ένα ανοργάνωτο πλήθος από κεραίες να προβάλει στην κορυφογραμμή του Υμηττού, για τις οποίες η Υπηρεσία δεν έχει στοιχεία. Στον τομέα αυτό απαιτείται η συνεργασία του αρμόδιου φορέα (Υπ. Μεταφορών), ώστε να καθοριστεί πλαίσιο και όροι ανάπτυξης αυτής της δραστηριότητας.

Β. 10. Νομικό καθεστώς

Πέραν της θεσμικής προστασίας του ορεινού όγκου από το προτεινόμενο για τροποποίηση Προεδρικό Διάταγμα «Περί Ζωνών ρύθμισης και προστασίας του όρους Υμηττός» ( ΦΕΚ 544 Δ'/20.10.1978), ως ισχύει με την τροποποίηση του από 17.3.81Π.Δ. (ΦΕΚ 167 Δ),

 ο Υμηττός:

Έχει χαρακτηριστεί «Τοπίο ιδιαίτερου Αισθητικού Κάλλους» (Άρθρο 1 Ν. 1469/50, και με την Υ.Α του ΦΕΚ 669/30.11.68).

Με το Π.Δ 91/22.1.1974 (ΦΕΚ 31Α'/ 6.2.1974) κηρύχθηκε ως «αισθητικό δάσος» η περί την Ιερά Μονή Καισαριανής παραχωρηθείσα στη Φιλοδασική Ένωση Αθηνών (ΦΕΑ) έκταση, και  προχώρησε σε αναδάσωση έκταση συνολικού εμβαδού 6.400 στρεμμάτων.

Με την Υπουργική Απόφαση 38070/1972/6.5.1976 (ΦΕΚ 683 Β'/24.5.1976) ιδρύθηκε μόνιμο καταφύγιο θηραμάτων στην περιοχή Υμηττού.

Η συνολική έκταση του Υμηττού, έχει ενταχθεί με τον κωδικό GR 3000006, στο «Δίκτυο Περιοχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με Ιδιαίτερη Οικολογική Αξία» (Ευρωπαϊκό Δίκτυο Φύση 2000 / Ναtura 2000),  προκειμένου να προστατευθεί σύμφωνα με τις προδιαγραφές και τις απαιτήσεις της Οδηγίας 92 / 43 της ΕΟΚ.

Για την περιοχή του Πάρκου Γουδή, λόγω διαφορετικής κλίμακας προσέγγισης γίνεται συμπληρωματική εισήγηση στην οποία αναφέρεται αναλυτικά το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο.

 

Β.11. Προβλήματα

Στον όρο προβλήματα, περιλαμβάνονται οι σχέσεις και οι αντιθέσεις των χρήσεων γης και των δραστηριοτήτων, που έχουν παρουσιαστεί στο παρελθόν και εξακολουθούν να υφίστανται σήμερα ή έχουν δημιουργηθεί στα πλαίσια της άσκησης του θεσμικού πλαισίου προστασίας.

 

Β.11.1. Η ανθρώπινη δραστηριότητα

Τα σημαντικότερα προβλήματα στον Υμηττό σχετίζονται με την ανθρώπινη δραστηριότητα:

Οι πιέσεις για την ανάπτυξη του οικιστικού ιστού στις πλαγιές του ορεινού όγκου, υπήρξε και αποτελεί και σήμερα το σημαντικότερο πρόβλημα του βουνού. Η αυθαίρετη δόμηση είτε με μορφή οργανωμένων οικισμών (οικισμοί Χερώματος, Σκάρπιζας, Προσηλίου κλπ), είτε με μορφή μεμονωμένων αυθαιρέτων, αποτελεί την μεγαλύτερη απειλή για τις χρήσεις αναψυχής, περιπάτου, αλλά και το οικοσύστημα, καθώς συνήθως συνοδεύεται στην επέκτασή της από καταπατήσεις, εμπρησμούς, καταστροφή των αναδασώσεων κλπ.

Πρέπει να επισημάνουμε ωστόσο ότι, οι διατάξεις του διατάγματος προστασίας (ΦΕΚ 544 Δ/1978), διέκοψαν μετά το 1978 τις δραστηριότητες αυτές στην περιοχή του ορεινού όγκου την στραμμένη προς το λεκανοπέδιο.

Στην ανατολική πλευρά την προσανατολισμένη προς την κοιλάδα των Μεσογείων, τα προβλήματα πήραν διαφορετική κατεύθυνση. Ορθώς στις ζώνες προστασίας θεσμοθετήθηκαν χρήσεις αναψυχής και πολιτισμού, που άλλωστε όφειλε να έχει ο ορεινός όγκος κατά τον σχεδιασμό και τις διατάξεις του Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας. Ωστόσο, μερικές από τις διατάξεις του Δ/τος, δημιούργησαν προϋποθέσεις για την εμφάνιση άλλου τύπου προβλημάτων προς την κατεύθυνση της ακύρωσης του σχεδιασμού αυτού. Οι όροι δόμησης, επέτρεψαν την δημιουργία αυθαίρετης κατοικίας με την μορφή αναψυκτηρίων ή πολιτιστικών κέντρων, ευτυχώς σε μεμονωμένα περιστατικά.

Η δυνατότητα που παρέχει το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο για εγκατάσταση κοινωφελών χρήσεων στην Β ζώνη του Υμηττού, επιβλήθηκε από τις ανάγκες για την εξεύρεση ανάλογων χώρων ιδίως στην πλευρά του λεκανοπεδίου.

Οι εγκαταστάσεις αυτές έπαιξαν διπλό θετικό ρόλο. Πρώτον γιατί εκτονώθηκε με αυτές η ανάγκη του πληθυσμού της πρωτεύουσας με ανάλογες χρήσεις στο λεκανοπέδιο, και δεύτερον γιατί απετέλεσαν μία ζώνη ανάσχεσης του οικιστικού ιστού προς τον ορεινό όγκο. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι πιέσεις προς τον ορεινό όγκο μετά το 1960, δεν εμφανίζονται στο ΒΔ τμήμα του, που άλλωστε είναι και το πλησιέστερο προς το κέντρο της πρωτεύουσας, αλλά στο ΝΔ.

Αντιθέτως στην πλευρά του ορεινού όγκου προς τα Μεσόγεια, η δυνατότητα για εγκατάσταση κοινωφελών δραστηριοτήτων, επέτρεψε την δημιουργία μεγάλων σχολικών συγκροτημάτων, τα οποία δεν ήταν απαραίτητο να χωροθετηθούν σε περιοχή προστασίας. Το φαινόμενο εντάθηκε μετά την έκδοση του Π.Δ. καθορισμού Ζωνών Οικιστικού Ελέγχου της περιοχής των Μεσογείων, στις ζώνες του οποίου δεν είναι δυνατή η χωροθέτηση ανάλογων κοινωφελών χρήσεων. Έτσι η  Β ζώνη προστασίας του ορεινού όγκου του Υμηττού εξελίχθηκε σε περιοχή προνομιακής εγκατάστασης των δραστηριοτήτων αυτών εκ των πραγμάτων χωρίς ο αρχικός σχεδιασμός να στοχεύει προς την κατεύθυνση αυτή.  Η εξέλιξη αυτή με τις σημερινές προϋποθέσεις των όρων δόμησης, επιβαρύνει σημαντικά το περιβάλλον στον ορεινό όγκο και εκτρέπει το σχεδιασμό από την βασική επιλογή του που είναι η αναψυχή.

Αντιθέτως, η εγκατάσταση εντός των ορίων της Β ζώνης νεκροταφείων, με σωστή οργάνωση, περιορισμένη έκταση, φυτεύσεις, αποφυγή συνοδών χρήσεων κλπ, είναι δυνατόν να ενταχθεί  ικανοποιητικά στο περιβάλλον του ορεινού όγκου.

Παρά την ισχύ του Δ/τος, το οποίο σημειωτέον εκδόθηκε μεταξύ άλλων προκειμένου να αναστείλει και τις δραστηριότητες λατόμευσης στον ορεινό όγκο, εξακολούθησε η λειτουργία δύο μεγάλων λατομικών χώρων εντός της περιοχής του Κορωπίου, και μάλιστα εντός των ορίων της Α ζώνης προστασίας. Πρόκειται για τα λατομεία «Τριάς Εμπορολατομική Α.Ε.» και «Κυριακού  Α.Ε.»  τα οποία θεωρητικώς έχουν πάρει άδεια λειτουργίας για να ολοκληρώσουν την αποκατάσταση του περιβάλλοντος με βάση τις θεωρημένες σχετικές μελέτες, στην πραγματικότητα όμως, πραγματοποιούν κανονική εξόρυξη.

Πρέπει να επισημάνουμε στο σημείο αυτό, ότι η θέση του  λατομείου «Κυριακού», έχει επιλεγεί ως κατάλληλη για εγκατάσταση Ολοκληρωμένης Διαχείρισης Αποβλήτων, εναλλακτικά προς την θέση Βραγόνι Δ. Κερατέας Λαυρεωτικής (Ν. 3164/ΦΕΚ 176 Α 2.7.03 άρθρο 33). Συνεπώς η θέση έχει επιλεγεί πλέον και εντάσσεται στον σχεδιασμό για την διαχείριση των αποβλήτων της Αν. Αττικής.

Τα στρατόπεδα στον Υμηττό (κυρίως λόγω της θέσης και έκτασής τους), αποτελούν χρήση μη συμβατή με τις χρήσεις του περιπάτου και της αναψυχής, οι οποίες σχεδιάζονται για τον ορεινό όγκο. Είτε βρίσκονται σε πλήρη λειτουργία, είτε υπολειτουργούν, με τις περιφράξεις τους, τις απαγορεύσεις και την θέση τους, κυρίως σε ευαίσθητες περιοχές εισόδων του ορεινού όγκου, δημιουργούν προβλήματα στην άνετη πρόσβαση, είτε του πεζού, είτε του αυτοκινήτου.

Η  Βιομηχανία επίσης αποτελεί χρήση ασύμβατη με τον χαρακτήρα του ορεινού όγκου, είτε στην μεμονωμένη της μορφή είτε με την μορφή Βιομηχανικού Πάρκου.

Από τις αγροτοδασικές χρήσεις, η δραστηριότητα που κρίνεται ιδιαίτερα αρνητική για το περιβάλλον του Υμηττού, είναι η κτηνοτροφία. Αντιθέτως η μελισσοκομεία και οι αγροτικές δραστηριότητες κυρίως προς την πλευρά των Μεσογείων κρίνονται χρήσεις ήπιες, παραδοσιακές και στενά συνδεδεμένες με ιστορία και την οικολογία των περιοχών τους.

Η αναψυχή είναι μια δραστηριότητα απόλυτα συμβατή με τον χαρακτήρα και τον σχεδιασμό του ορεινού όγκου, αλλά με επιπτώσεις στο περιβάλλον. Οι επιπτώσεις αυτές σχετίζονται κυρίως με τον μεγάλο αριθμό επισκεπτών και  τους περιορισμένους σε αριθμό οργανωμένους χώρους υποδοχής των. Οι σοβαρότερες από τις επιπτώσεις αυτές είναι η διατάραξη της πανίδας, η καταστροφή της χλωρίδας, η ρύπανση του περιβάλλοντος με απορρίμματα και ο κίνδυνος πρόκλησης πυρκαγιάς από αμέλεια. Στα προβλήματα που σχετίζονται με την αναψυχή θα πρέπει να περιληφθεί και η κατά παράβαση των κείμενων διατάξεων ανέγερση κατοικίας, σε περιοχή που αυτή απαγορεύεται, με οικοδομική άδεια ανέγερσης αναψυκτηρίου ή πολιτιστικού κέντρου. Είναι προφανής η ανάγκη λήψης μέτρων στον καθορισμό των όρων δόμησης που θα αποτρέπουν την σχετική αυθαιρεσία.

Ο αθλητισμός αποτελεί χρήση συμβατή με τον χαρακτήρα του ορεινού όγκου, με την προϋπόθεση ότι οι εγκαταστάσεις του είναι υπαίθριες και μικρής κλίμακας. Κατά την άποψη της υπηρεσίας ο αθλητικές δραστηριότητες που δεν συνοδεύονται από εγκαταστάσεις (περίπατος, αναρρίχηση κλπ), εναρμονίζονται με τον χαρακτήρα του βουνού και  μπορεί να ασκούνται και στην Α ζώνη του Υμηττού, δίχως να λαμβάνεται ειδική μέριμνα στις διατάξεις του Π. Δ..

Από τις διατάξεις του Π.Δ. προστασίας, οι  πολιτιστικές εγκαταστάσεις επιτρέπονται και εντός των ορίων της Α ζώνης. Παρά ταύτα στα 30 χρόνια ισχύος του Δ/τος δεν δημιουργήθηκε καμία σχετική εγκατάσταση. Αντιθέτως, οι σχετικές διατάξεις, έδωσαν την δυνατότητα οικοδόμησης κατ΄ ουσίαν κατοικιών «που συνοδεύουν» ιδιωτικές εγκαταστάσεις πολιτισμού. Βεβαίως το φαινόμενο είναι περιορισμένο και στην ουσία τα κτίσματα αυτά κατατάσσονται στην κατηγορία των αυθαιρέτων κτισμάτων. Ωστόσο κρίνεται απαραίτητη η βελτίωση των σχετικών διατάξεων με περιορισμό αυτής της χρήσης, προκειμένου να αποφεύγονται ανάλογα φαινόμενα στο μέλλον.

Τέλος σημειώνουμε ότι από την εφαρμογή του Δ/τος προέκυψε η ανάγκη διόρθωσης της εκ παραδρομής αναρίθμησης, μεταξύ των συντεταγμένων των κορυφών Α31, Β8, Β26, Β38 της ισχύουσας εξωτερικής και εσωτερικής πολυγωνικής γραμμής και του  σχετικού διαγράμματος.

 

Γ. Αξιολόγηση των προβλημάτων- προτάσεις

Μετά την δημιουργία του νέου αεροδρομίου και την κατακόρυφη πληθυσμιακή και οικιστική ανάπτυξη των Μεσογείων, ο Υμηττός τείνει να περικυκλωθεί σχεδόν καθ΄ ολοκληρία από οικιστικό ιστό. Συνεπώς είναι πολύ κοντά ο χρόνος που ο Υμηττός θα αντιμετωπίζεται σαν ένα ενιαίο αστικό πάρκο όπως ο Λυκαβηττός ή τα Τουρκοβούνια. Άρα ένα θεσμικό πλαίσιο που παράγεται σήμερα για το μέλλον του ορεινού όγκου θα πρέπει να επικεντρωθεί σε δύο ζητήματα:

 

  • 1. Την διευθέτηση του προβλήματος των αυθαιρέτων κατασκευών ή των άλλων ανεπιθύμητων ή ασύμβατων χρήσεων εντός των ορίων της Β ζώνης και
  • 2. Την δημιουργία στο σύνολο του ορεινού όγκου ενός ενιαίου πάρκου αναψυχής και περιπάτου, με περιορισμένες εγκαταστάσεις αθλητισμού και πολιτισμού σε συγκεκριμένους χώρους.

 

Η ζώνη Α του ορεινού όγκου, όπως αυτή έχει οριοθετηθεί με το από 31.8.78 Π.Δ., κρίνεται απαραίτητο να προστατευτεί, με επιπλέον διατάξεις με τις οποίες θα γίνεται παράλληλα προσπάθεια ανάδειξης των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του ορεινού όγκου και αξιοποίηση των δυνατοτήτων που παρέχει για αναψυχή, περίπατο και περιβαλλοντική εκπαίδευση στους κατοίκους της Αθήνας.

Τα χαρακτηριστικά του ορεινού όγκου, που επισημαίνονται αναλυτικά ανωτέρω, σχετίζονται με τον εντυπωσιακό γεωλογικό πλούτο των σπηλαίων του, την ανάδειξή του σε προηγούμενες ιστορικές περιόδους σε μεγάλο μοναστικό κέντρο με σημαντικά κατάλοιπα, τα σημαντικά αρχαιολογικά κατάλοιπα και την ιδιαίτερη φήμη του την σχετική με την χλωρίδα του ως σημαντικού μελιτοπαραγωγικού τόπου. 

Με βάση τα δεδομένα αυτά, η Α ζώνη του Υμηττού είναι δυνατόν να χωριστεί σε δύο διακεκριμένες περιοχές, με διαφορετική φυσιογνωμία αλλά το ίδιο σημαντικές σαν αντικείμενο προστασίας. Το βόρειο τμήμα, το βορείως του Βύρωνα, συγκεντρώνει το σύνολο των μοναστηριών και έχει στο μεγάλο του μέρος, δασική φυτική κάλυψη, κυρίως χαλεπίου πεύκης, η οποία εμπλουτίζεται και με άλλα είδη κυρίως πλατύφυλλα στην περιοχή του Αισθητικού Δάσους Καισαριανής. Αντιθέτως, το νότιο τμήμα, είναι ένας εκτεταμένος θαμνώνας με συστάδες χαλεπίου πεύκης, που σχετίζεται με την παραγωγή του φημισμένου μελιού. Αξιόλογα σπήλαια βρίσκονται σε όλη την έκταση του ορεινού όγκου, με δύο σημαντικές συγκεντρώσεις στο νότιο τμήμα του. Τέλος σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα, λείψανα ναών, αρχαίες διαδρομές, κατάλοιπα αρχαίων δήμων συνθέτουν ένα εντυπωσιακό πολιτιστικό περιβάλλον.

Με βάση τα παραπάνω δεδομένα η Υπηρεσία προτείνει τον χωρισμό της Α ζώνης όπως ισχύει σήμερα, σε δύο τμήματα: Το βόρειο Α1 και το νότιο Α2. Το όριο των δύο ζωνών προτείνεται να διαμορφωθεί στο ύψος της κορυφής Προφήτης Ηλίας του Δ. Κρωπίας και του ορίου των δήμων Αργυρούπολης- Ηλιούπολης.

Ζώνη Α1: Η ζώνη Α1 όπως περιγράφηκε ανωτέρω, καθορίζεται σαν μια ζώνη απόλυτης προστασίας με χρήσεις αναψυχής και περιπάτου. Εντός των ορίων της ζώνης αυτής προτείνεται η δυνατότητα εγκατάστασης μόνο μικρών αναψυκτηρίων μέχρι 100τ.μ.  καθώς επίσης και υπαιθρίων και ημιυπαιθρίων καθιστικών 30 τ.μ. σε αρτιότητα γηπέδου 20.000.τ.μ.

Ζώνη Α2: Η ζώνη Α2 επίσης καθορίζεται ως ζώνη απόλυτης προστασίας με περιορισμένες χρήσεις αναψυχής και πολιτισμού. Εντός των ορίων της ζώνης αυτής προτείνεται η δημιουργία Θεματικού Πάρκου, προκειμένου να αναδειχθούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής, ο γεωλογικός πλούτος της και τα δάση και οι φρυγανώδεις οικότοποί της, που συμμετέχουν στην παραγωγή του φημισμένου μελιού.

Προκειμένου να καθοριστούν περιοχές ειδικότερων χρήσεων και δραστηριοτήτων στα παραπάνω πλαίσια προτείνεται η επεξεργασία ειδικής μελέτης που θα εγκριθεί από την Ε. Ε. του Οργανισμού Αθήνας, μετά από σύμφωνη γνώμη των αρμόδιων Υπηρεσιών των Υπουργείων Αγροτικής Ανάπτυξης και Πολιτισμού και θα θεσμοθετηθεί με απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ. Μέχρι την επεξεργασία της σχετικής μελέτης και την έκδοση της σχετικής απόφασης, προτείνεται να ισχύουν και για την ζώνη αυτή οι χρήσεις γης και οι όροι δόμησης της ζώνης Α1.

Η Υπηρεσία δεν συμφωνεί με την τροποποίηση των ορίων της ζώνης Β, μολονότι τα συμπεράσματα της σχετικής μελέτης, παρέχουν την δυνατότητα της ένταξης επιπλέον εκτάσεων στα όριά της (Παπάγου, Αγ. Παρασκευή, Χολαργός, Βάρη). Παρά ταύτα σε μεμονωμένες περιπτώσεις είναι υποχρεωμένη εκ των πραγμάτων, να προτείνει  την αλλαγή των ορίων σε δύο περιορισμένα σημεία μετά από προσεκτική εξέταση των περιπτώσεων αυτών:

  • 1. Οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις που βρίσκονται εντός του ΒΙΠΑ Κορωπίου, δεν έχει έννοια να παραμένουν στο όριο προστασίας. Παλιότερα ο Οργανισμός Αθήνας πρότεινε την εξαίρεση της περιοχής αυτής από τα όρια προστασίας. Η πρόταση αυτή κρίθηκε μη νόμιμη από το υπ΄ αριθμ. 67/1998 Πρακτικό του ΣτΕ. Η Υπηρεσία κρίνει ότι η περιοχή αυτή δεν είναι δυνατόν να ανακτηθεί και να αναβαθμιστεί. Είναι αρκετά απομακρυσμένη από τον κυρίως ορεινό όγκο, περιλαμβάνεται στο όριο της Β ζώνης, εκτείνεται στην περιφέρειά της και δεν εισχωρεί στο εσωτερικό των ορίων προστασίας. Είναι μεμονωμένο φαινόμενο για το οποίο έχουν εκδοθεί εν τω μεταξύ πράξεις της διοίκησης που το έχουν σχεδόν νομιμοποιήσει. Με τα δεδομένα αυτά, τα οποία η Υπηρεσία θεωρεί ως νεότερα στοιχεία, επαναφέρει την πρόταση για εξαίρεση του τμήματος αυτού από τα όρια προστασίας.
  • 2. Στην Αγ. Παρασκευή, εντός των ορίων της Β ζώνης, στο τετράγωνο των οδών Αδριανού, Μεσογείων, Τρικάλων και Ηλιακοπούλου έχει κτιστεί η σειρά των οικοπέδων προς την οδό Αδριανού, με πολυόροφα κτίρια σύμφωνα με άδειες που έχουν εκδοθεί από τις αρμόδιες πολεοδομικές αρχές, όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω. Παλαιότερα η Υπηρεσία είχε προτείνει την εξαίρεση του τετραγώνου αυτού από τα όρια προστασίας, αλλά η διάταξη κρίθηκε μη νόμιμη με το υπ΄ αριθμ. 67/1998 Πρακτικό του ΣτΕ.

Και για το τετράγωνο αυτό δεν υπάρχει δυνατότητα επανάκτησης και αναβάθμισης του, βρίσκεται οριακά εντός της Β ζώνης και επί της οδού Μεσογείων και η κατασκευή της περιφερειακής του Υμηττού έχει αλλοιώσει την εικόνα της περιοχής. Η Υπηρεσία επαναφέρει την πρόταση για εξαίρεση του τετραγώνου αυτού από το όριο προστασίας. 

Σε προηγούμενη επεξεργασία τροποποίησης του ισχύοντος Π. Δ., είχε διερευνηθεί η δυνατότητα εξαίρεσης πυκνοδομημένων περιοχών αυθαιρέτων από τη Β ζώνη προστασίας. Όπως και παραπάνω αναφέρθηκε η Υπηρεσία είχε προτείνει την εξαίρεση των περιοχών αυτών. Ωστόσο η σχετική διάταξη του σχεδίου Π. Δ. κρίθηκε μη νόμιμη με το υπ΄ αριθμ. 67/1998  Πρακτικό του ΣτΕ. Κατόπιν τούτου προτείνεται να μη μεταβληθεί το υφιστάμενο σήμερα καθεστώς στις ως άνω περιοχές (ζώνη Β1). Ωστόσο το θέμα είναι δυνατόν να επανεξεταστεί συνυπολογίζοντας τις απόψεις των αρμοδίων ΟΤΑ και άλλων οργανισμών στα πλαίσια της συμμετοχικής διαδικασίας, πάντα στα πλαίσια των αρχών και κατευθύνσεων του ΡΣΑ και των ισχυόντων στους άλλους ορεινούς όγκους της Αττικής..

Το ίδιο καθεστώς όπως υφίσταται μέχρι σήμερα, προτείνεται και για τα Ερευνητικά Κέντρα Δημόκριτος και ΕΘΙΑΓΕ καθώς και για τις εγκαταστάσεις εκπαίδευσης της Πανεπιστημιούπολης και Πολυτεχνειούπολης, του Αμερικάνικου Κολλεγίου και του ΚΥΤ Αργυρούπολης.

Εντός των υφισταμένων ορίων της ζώνης Β, που εκτείνεται  στη δυτική πλευρά του ορεινού όγκου, οι χρήσεις αθλητισμού και πολιτισμού, κρίνονται  συμβατές με τον χαρακτήρα του ορεινού όγκου και την επικρατούσα  χρήση αναψυχής και απαραίτητες για να καλύψουν τις ανάγκες των γειτονικών δήμων. Οι εγκαταστάσεις αυτές θα είναι περιορισμένου μεγέθους καθοριζόμενου από τους όρους δόμησης.

Οι κοινωφελείς χρήσεις υγείας και πρόνοιας που προβλέπονται την ζώνη Β, στην δυτική πλευρά του, κρίνονται μη συμβατές με τον χαρακτήρα του ορεινού όγκου, δεν περιλαμβάνονται στις κατευθύνσεις του άρθρου 15 του Ν 1515/85 (Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας). Ενώ έχει προβλεφθεί η δυνατότητα δημιουργίας τους από το Δ/γμα προστασίας προκειμένου να εκτονωθούν ανάγκες του λεκανοπεδίου, μετά το 1978 δεν προστέθηκε καμία σχετική νέα εγκατάσταση. Άλλωστε, η Β ζώνη προς αυτή την πλευρά του ορεινού όγκου, εξαιρώντας την περιοχή του Γουδιού, έχει εκτάσεις περιορισμένες και  ακατάλληλες για την εγκατάσταση μεγάλων μονάδων. Οι περιορισμένες αυτές εκτάσεις εξαντλούνται στο σύνολό τους, προκειμένου να καλύψουν ανάγκες αναψυχής και περιπάτου των κατοίκων των γειτονικών δήμων. Συνεπώς στα όρια της Β ζώνης που εκτείνονται στην δυτική πλευρά του Υμηττού, προτείνεται υποζώνη Β2 με  χρήσεις αναψυχής αθλητισμού, πολιτισμού και εκπαίδευσης περιορισμένου μεγέθους

Στην ανατολική πλευρά του Υμηττού και εντός των ορίων της ζώνης Β, οι συνθήκες (θεσμικό πλαίσιο, διαμόρφωση εδάφους) επέτρεψαν την χωροθέτηση σημαντικών εγκαταστάσεων εκπαίδευσης και πρόνοιας. Κατά την άποψη της Υπηρεσίας, οι εγκαταστάσεις αυτές δεν είναι απαραίτητο να χωροθετούνται εντός ζώνης προστασίας. Συνεπώς για την περιοχή αυτή προτείνεται υποζώνη Β3 με χρήσεις αναψυχής αθλητισμού και πολιτισμού περιορισμένου μεγέθους.

Έργα υποδομής (ΔΕΗ, ΟΤΕ, ΕΥΔΑΠ, οδικά) υπερτοπικής σημασίας, που είναι απολύτως απαραίτητα για την εξυπηρέτηση των αναγκών των κατοίκων του λεκανοπεδίου και προβλέπονται από τον ρυθμιστικό σχεδιασμό, καθώς και εκείνα που εξυπηρετούν την αναβάθμιση και προστασία της χλωρίδας και της πανίδας του Υμηττού, προτείνονται να προβλεφθούν στις διατάξεις του υπό τροποποίηση Π.Δ., με την προϋπόθεση τήρησης της διαδικασίας της περιβαλλοντικής αδειοδότησης.

Στην ψηλότερη κορυφή Εύζωνας, οι εγκαταστάσεις κεραιών παρά το σχετικό πρόβλημα που δημιουργούν στην θέα του ορεινού όγκου και το ασύμβατο της χρήσης με τον χαρακτήρα του Υμηττού, έχουν κριθεί νόμιμες με το απ΄ αριθμ. 67/1998  Πρακτικό του ΣτΕ. Συνεπώς η Υπηρεσία προτείνει την οριοθέτηση ειδικής ζώνης Πάρκου Κεραιών (ζώνη Ε1), με την προϋπόθεση της συγκέντρωσής τους  σε μικρό αριθμό ιστών, ώστε να μετριάζεται η προσβολή του τοπίου.

Οι περιβαλλοντικές υποδομές προβλέπονται από ένα κεντρικό σχεδιασμό και έχουν θεσμοθετηθεί, με το σχετικό θεσμικό πλαίσιο που προτείνεται από τον σχεδιασμό αυτό. Στον Ν. 3164/03 (ΦΕΚ 176/Α/03), και ειδικότερα στο άρθρο 33, αναφέρεται ότι στις ζώνες προστασίας του Υμηττού επιτρέπεται η κατασκευή εγκαταστάσεων διάθεσης και διαχείρισης αποβλήτων, εφόσον αυτές εντάσσονται σε σχεδιασμό διαχείρισης αποβλήτων σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Συνεπώς δεν υπάρχει λόγος επιπλέον πρόβλεψής τους στο Δ/γμα αυτό.

Κρίνεται σκόπιμη η νομιμοποίηση των ήδη υφιστάμενων νεκροταφείων που βρίσκονται εντός των ορίων της ζώνης Β, στα σημερινά τους όρια (ζώνη Ε2) με την προϋπόθεση της τήρησης της σχετικής περί νεκροταφείων νομοθεσίας.

Το Μητροπολιτικό Πάρκο Γουδή (ΜΠΓ), στα όρια που αυτό έχει μελετηθεί από την σχετική μελέτη, εξετάζεται στο πλαίσιο της παρούσας πρότασης με ξεχωριστή εισήγηση που θα συμπληρωσει το παρόν * καθόσον περιλαμβάνει δραστηριότητες που έχουν αναπτυχθεί με ίδιο καθεστώς, αναπτύσσεται ως αστικό (μητροπολιτικού χαρακτήρα) πάρκο και η προσέγγιση στο χώρο είναι περισσότερο εξειδικευμένη.

 

 Δ. Στόχοι

Η προτεινόμενη τροποποίηση υλοποιεί του παρακάτω στόχους:

Α.Οικολογικούς

Την αναβάθμιση- αποκατάσταση της οικολογικής ισορροπίας του ορεινού όγκου και την βελτίωση της βιοποικιλότητας των οικοσυστημάτων του.

Β. Χωροταξικούς - περιβαλλοντικούς

Την βελτίωση των συστατικών του φυσικού περιβάλλοντος του βουνού (έδαφος, ύδατα, ατμόσφαιρα, κλίμα) και εμμέσως του περιβάλλοντος της πρωτεύουσας.

Την δημιουργία ενός ενιαίου υπερτοπικού πόλου αναψυχής και περιπάτου για τους κατοίκους του λεκανοπεδίου, με ταυτόχρονη ανάδειξη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του ορεινού όγκου.

Την αναβάθμιση της προστασίας με αυστηρότερους όρους ως προς την ανθρωπογενή παρέμβαση.

Την ανάσχεση της αυθαίρετης δόμησης αλλά και της προνομιακής χωροθέτησης μεγάλης κλίμακας κοινωφελών εγκαταστάσεων στην περιφερειακή ζώνη του ορεινού όγκου.

Γ. Αισθητικούς

Την προστασία και αναβάθμιση του φυσικού τοπίου του Υμηττού, που αποτελεί την πλησιέστερη θέα από τον οικιστικό ιστό.

Δ. Πολιτιστικούς

Την προστασία και ανάδειξη των σημαντικών μνημείων όλων των περιόδων της ελληνικής ιστορίας που διασώζονται στον Υμηττό.

 

Μετά τα παραπάνω η Υπηρεσία φέρνει το θέμα στην Επιτροπή σας και

 

ΕΙΣΗΓΕΙΤΑΙ

 

Α. Την έγκριση του παρακάτω σχεδίου τροποποίησης του ισχύοντος από 31.8.78 Π. Δ/τος  περί καθορισμού ζωνών ρυθμίσεως και προστασίας του όρους Υμηττού, ως  εξής:

 

Άρθρο 1

  • 1. Τροποποιούνται τα όρια του ορεινού όγκου του Υμηττού, που καθορίστηκαν με το από 31.8.78 Π. Δ/τος περί ζωνών ρυθμίσεως και προστασίας του όρους Υμηττού, στις περιοχές των Δήμων Αγ. Παρασκευής, Κορωπίου και Γουδιού στο Δ. Παπάγου, όπως τα όρια αυτά φαίνονται με συνεχή πράσινη γραμμή στα δέκα σχετικά πρωτότυπα διαγράμματα κλ. 1:10.000 και σε ένα σε κλίμακα 1:30.000, που θεωρήθηκαν από τον προϊστάμενο της Δ/νσης Τοπογραφικών Εφαρμογών, με την υπ΄ αριθμ. ......πράξη τους και που αντίτυπά τους σε φωτοσμίκρηνση δημοσιεύονται με το παρόν.
  • 2. Αντικαθίστανται οι συντεταγμένες Χ ή Ψ των κορυφών του πίνακα της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του από 31.8.78 Π.Δ. (ΦΕΚ 544/Δ) ως εξής

Α31   Ψ:-25300

Α58   Χ:-16659

Β8     Χ:-11290

Β26   Χ:   9840

Β38   Χ:-11150

Καθώς και οι τροποποιούμενες :

Β13 και Β14 που αντικαθίστανται με τις

Β131, Β132, Β133,Β134, Β141, 142 και Β143.

 

Άρθρο 2

Εντός των ορίων των καθοριζομένων με το άρθρο 1 του παρόντος, ορίζονται ζώνες προστασίας όπως φαίνονται με τις ενδείξεις Α1, Α2, Β1, Β2, Β3 και Β4 και Ε1, Ε2 στα διαγράμματα του άρθρου 1 και καθορίζονται κατά ζώνη χρήσεις γης ως εξής:

  • 1. Ζώνη Α1. Είναι ζώνη Α1 απόλυτης προστασίας, με χρήσεις αναψυχής και περιπάτου, εντός της οποίας επιτρέπεται η ανέγερση αναψυκτηρίων μικρής κλίμακας και υπαίθριων και ημιυπαίθριων καθιστικών.
  • 2. Ζώνη Α2. Είναι επίσης ζώνη απολύτου προστασίας, με χρήσεις αναψυχής και πολιτισμού, ή οποία καθορίζεται ως Θεματικό Πάρκο με θέμα την ανάδειξη των ιδιαίτερων φυσικών και γεωλογικών χαρακτηριστικών του Υμηττού. Η οργάνωση του Θεματικού Πάρκου καθώς και οι εγκαταστάσεις του θα καθοριστούν μετά από ειδική μελέτη που θα εγκριθεί από την Εκτελεστική Επιτροπή του Οργανισμού Αθήνας, μετά από σύμφωνη γνώμη των αρμόδιων Υπηρεσιών των Υπουργείων Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, και Πολιτισμού και θα θεσμοθετηθεί με απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ.

Μέχρι την επεξεργασία της σχετικής μελέτης και την έκδοση της σχετικής απόφασης, ισχύουν οι χρήσεις γης και οι όροι δόμησης της ζώνης Α1.

  • 3. Ζώνη Β1. Η ζώνη Β1 καθορίζεται ως περιοχή εγκαταστάσεων μόνο κοινωφελών λειτουργιών, εντός της οποίας επιτρέπεται η δόμηση μόνο κτιρίων χρήσεως αθλητισμού, πολιτιστικών εκδηλώσεων, νοσοκομείων και θεραπευτηρίων εν γένει, διδακτηρίων, ορφανοτροφείων, ασύλων και εν γένει κτιρίων προς εξυπηρέτηση αναλόγων ευαγών σκοπών.
  • 4. Ζώνη Β2. Η ζώνη Β2 καθορίζεται ως περιοχή αναψυχής, αθλητισμού, πολιτισμού και εκπαίδευσης εντός της οποίας επιτρέπεται η ανέγερση αναψυκτηρίων, αθλητικών και πολιτιστικών εγκαταστάσεων μικρής κλίμακας και εκπαιδευτηρίων.
  • 5. Ζώνη Β3. Η ζώνη Β3 καθορίζεται ως περιοχή αναψυχής, αθλητισμού και πολιτισμού εντός της οποίας επιτρέπεται η ανέγερση αναψυκτηρίων και αθλητικών και πολιτιστικών εγκαταστάσεων μικρής κλίμακας.
  • 6. Ζώνη Β4. Η ζώνη αυτή αποτελεί το Πάρκο Γουδή. Οι ειδικότερες χρήσεις γης και όροι δόμησης της περιοχής αυτής, θα καθοριστούν από ειδικό Π. Δ. μετά από εξειδικευμένη μελέτη για τον σκοπό αυτό.
  • 7. Ζώνη Ε1. Η ζώνη Ε1 καθορίζεται ως Πάρκο Κεραιών Ραδιοφωνίας - Τηλεόρασης, εντός της οποίας επιτρέπεται η εγκατάσταση κεραιών σε μικρό αριθμό ιστών μέγιστος αριθμός έξι) καθώς και εγκαταστάσεων μικρού μεγέθους για την στέγαση του μηχανολογικού τους εξοπλισμού, με την προϋπόθεση της τήρησης της διαδικασίας της περιβαλλοντικής αδειοδότησης.
  • 8. Ζώνες Ε2. Είναι ζώνες εγκατάστασης νεκροταφείων, με την προϋπόθεση της τήρησης της περί νεκροταφείων ειδικότερης νομοθεσίας.

 

Άρθρο 3

  • 1. Εντός των ως άνω ζωνών επιτρέπονται επίσης τα παρακάτω:

α.  Δημόσια έργα που εξασφαλίζουν την επιβίωση και την προστασία της χλωρίδας και της πανίδας.

β.  Έργα αντιπυρικής προστασίας

γ. Υπόγειες υδατοδεξαμενές και υπόγεια αντλιοστάσια μετά από έγκριση της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ως προς την αναγκαιότητα και την χωρητικότητά τους, για την προστασία της περιοχής.

δ. Οι απαραίτητες εγκαταστάσεις μετεωρολογικών και γεωδυναμικών σταθμών που εγκρίνονται με κοινή απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ και των συναρμόδιων Υπουργών.

  • 2. Επιπλέον των ανωτέρω επιτρέπονται οι παρακάτω χρήσεις:

α.  Εντός των ζωνών Β1, Β2, Β3 και Β4 επιτρέπονται τα απολύτως απαραίτητα έργα τεχνικής υποδομής ήτοι: έργα και εγκαταστάσεις ενέργειας (ΔΕΗ και ΔΕΠΑ), ύδρευσης, αποχέτευσης (ΕΥΔΑΠ και ΟΤΑ), μεταφορών  (οδικά έργα ) μετά από γνώμη των αρμόδιων υπηρεσιών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, των εκάστοτε συναρμόδιων Υπουργείων  και έγκριση της Εκτελεστικής Επιτροπής του Οργανισμού Αθήνας.

  • 3. Τα ανενεργά λατομεία τα κείμενα εντός των ορίων των ζωνών προστασίας, οφείλουν να ολοκληρώσουν την αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντός τους εντός τριών ετών από την ισχύ της τροποποίησης του Π. Δ/ος

 

Άρθρο 4

  • 1. Τα ελάχιστα όρια εμβαδού και οι λοιποί οι όροι και περιορισμοί δόμησης των γηπέδων που βρίσκονται στην εκτός σχεδίου έκταση των ζωνών Α1, Β2, Β3 πλην των γηπέδων που προορίζονται για τις χρήσεις που επιτρέπονται με το άρθρο 3 του παρόντος, καθορίζονται ως εξής:

α. Ελάχιστο εμβαδό 20.000 τμ

β. Μέγιστη επιφάνεια των κτιρίων:

  • - περιπτέρων αναψυχής τριάντα (30) τ.μ. έκαστο και σε περίπτωση ανεγέρσεως περισσοτέρων του ενός, η μέγιστη επιτρεπόμενη επιφάνεια συνολικά, δεν δύναται να είναι μεγαλύτερη των εκατό (100) τ. μ. και η ελάχιστη απόσταση μεταξύ τους είναι δέκα (10) μ.
  • - αναψυκτηρίων, αθλητικών εγκαταστάσεων, πολιτιστικών κτιρίων: εκατόν (100) τ.μ.
  • - εκπαιδευτηρίων μικρής κλίμακας πεντακόσια (500) τ.μ.

γ. Μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος των κτιρίων (μετρούμενο από το γύρω φυσικό έδαφος):

  • - περιπτέρων αναψυχής τρία (3) μ.
  • - αναψυκτηρίων, εκπαιδευτηρίων, κτιρίων αθλητικών εγκαταστάσεων και πολιτιστικών χρήσεων τρία και μισό (3,50) μ.

δ.  Πάνω από το μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος είναι δυνατή η κατασκευή στέγης με κεραμίδια, το ύψος της οποίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα δύο (2) μέτρα.

ε.  Απαγορεύεται η κοπή δένδρων. Επιτρέπεται μόνο κατ΄ εξαίρεση και ύστερα από άδεια της αρμόδιας Δασικής Υπηρεσίας.

στ. Οι αρχιτεκτονικές μελέτες των ανεγερθησομένων κτιρίων εγκρίνονται από την οικεία Επιτροπή  Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου.

  • 2. Τα νομίμως υφιστάμενα κτίρια και εγκαταστάσεις των οποίων η χρήση δεν επιτρέπεται σύμφωνα με τις παραπάνω διατάξεις, είναι δυνατόν να διατηρούν την χρήση αυτή στα γήπεδα τα οποία βρίσκονται. Στα κτίρια αυτά και στις εγκαταστάσεις επιτρέπονται οι επισκευές και ο άπαξ εκσυγχρονισμός με δυνατότητα επέκτασης μέχρι 10%.
  • 3. Σε περίπτωση γηπέδου που εμπίπτει σε περισσότερες της μιας ζώνης ή τέμνεται από το όριο προστασίας, η αρτιότητα υπολογίζεται εφ' ολοκλήρου του γηπέδου, το κτίριο όμως κατασκευάζεται σε εκείνο το τμήμα του γηπέδου, που είναι δυνατή η ανέγερση κτιρίου σύμφωνα με τις χρήσεις και τους όρους δόμησης της περιοχής και εμπίπτει στο τμήμα του γηπέδου.
  • 4. Στα γήπεδα που εμπίπτουν επί αρχαιολογικών ζωνών, εφαρμόζονται παραλλήλως και οι διατάξεις της κείμενης αρχαιολογικής νομοθεσίας.
  • 5. Στις περιοχές που για οποιονδήποτε λόγο υπάγονται στην δασική νομοθεσία, εφαρμόζονται παραλλήλως οι ισχύουσες διατάξεις της νομοθεσίας αυτής.

Κατά τα λοιπά ισχύουν οι προϋφιστάμενοι όροι και περιορισμοί δόμησης.

Άρθρο 5

Οικοδομικές άδειες που έχουν εκδοθεί μέχρι την δημοσίευση του παρόντος Π.Δ., εκτελούνται όπως εκδόθηκαν βάσει των υποβληθέντων στοιχείων.

Β.1. Την έκδοση Υπουργικής Απόφασης αναστολής για ένα (1) έτος, της έκδοσης οικοδομικών αδειών στην περιοχή Β του παρόντος σχεδίου Π.Δ/τος, με εξαίρεση τις εγκαταστάσεις εκπαίδευσης, υγείας και αθλητισμού όπου αυτές επιτρέπονται με το ισχύον Π.Δ/γμα.

    2. Την αποστολή σχετικού φακέλου στην Δ/νση Νομοθετικού Έργου του ΥΠΕΧΩΔΕ για την προώθησή του, με βάση το άρθρο 6 παράγραφος 3 του Ν 2242/ 1994.

Γ. Την αποστολή του παρόντος σχεδίου Π.Δ/τος στους φορείς για διαβούλευση.

 

Ο Εισηγητής

Μάνος Παπανικολάου

Προϊστάμενος του Οργανισμού Αθήνας

Η Εκτελεστική Επιτροπή εγκρίνει:

Τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής:

Αικατερίνη Συκιανιάκη

Πρόεδρος

 

Ελπίδα Μακρή

Αντιπρόεδρος

 

Δημήτριος Καλογερόπουλος

Τακτικό Μέλος Ε/Ε

 

Ιωάννης Λουλουργάς

Τακτικό Μέλος Ε/Ε

 

Γεώργιος Μανούρης

Τακτικό Μέλος Ε/Ε

 

Ιωάννης Αναγνώστου

Τακτικό Μέλος Ε/Ε

 

Αναστασία Λαγουδάκη

Τακτικό Μέλος Ε/Ε

 

Αναστασία Αβδελίδου

Γραμματέας Ε/Ε

 

 



*  Αυτό κρίθηκε αναγκαίο

 
< Προηγ.   Επόμ. >
spacer.png, 0 kB
spacer.png, 0 kB
spacer.png, 0 kB
spacer.png, 0 kB